22 Δεκεμβρίου 2008

Αχμέτ Ρεφίκ, Δυο κομιτάτα δυο σφαγές!

Δρ.Ράτσος Άγγελος Ντόνεφ

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Ανατολή, Αθήνα, Μάης-Ιούνης 2006.


Πρόσφατα μετάφρασα στα αγγλικά ένα βιβλίο του Αχμέτ Ρεφίκ ο οποίος έγραψε το «δύο κομιτάτα δύο σφαγές» το 1919. Ο ιστορικός, ποιητής και συγγραφέας Αχμέτ Ρεφίκ γεννήθηκε το 1880 και αποφοίτησε από τη στρατιωτική ακαδημία το 1898. Δίδαξε γεωγραφία και γαλλικά σε διάφορα σχολεία και το 1908, μετά από την προκήρυξη της 2ης συνταγματικής περιόδου, έγινε δάσκαλος ιστορίας. Εργάστηκε ως συντάκτης στις εφημερίδες Τερτζουμάν, Ηακικάτ και Μιλλέτ. Το 1909, ο Αχμέτ Ρεφίκ διεύθυνε τη δημοσίευση του στρατιωτικού περιοδικού (Askeri Mecmua) του Γενικού Επιτελείου σαν προϊστάμενος του επικοινωνιακού τομέα. Το ίδιο έτος, εκλέχτηκε στον μόλις ιδρυθέντα Οθωμανικό Σύνδεσμο Ιστορίας (Tarihi Osmanı Encümeni).

Στη συνέχεια, πήγε στη Γαλλία για ιστορική έρευνα και το 1912, κατά τη διάρκεια του βαλκανικού πολέμου, έγινε στρατιωτικός επιθεωρητής λογοκρισίας. Ο Αχμέτ Ρεφίκ αποσύρθηκε το 1913 λόγω της κακής του όρασης. Το 1918, επέστρεψε στο επάγγελμα διδασκαλίας και έγινε καθηγητής οθωμανικής ιστορίας στο πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης. Ο Αχμέτ Ρεφίκ το 1919 διορίστηκε ως καθηγητής της τουρκικής ιστορίας. Πέθανε το 1937 από πνευμονία, σε ηλικία 57 ετών. Είχε δημοσιεύσει 116 βιβλία.1

Αποφάσισα να μεταφράσω αυτό το βιβλίο αρχικά επειδή πιστεύω ότι είναι μια σημαντική αυθεντική πηγή, απρόσιτη στους ερευνητές γενοκτονίας που στερούνται γνώση της τουρκικής. Αφετέρου, πιστεύω ότι μια μεγάλη αδικία γίνεται εις βάρος του Αχμέτ Ρεφίκ Αλτίναϊ (το πλήρες όνομά του) σε διάφορες πηγές με την παραποίηση των απόψεών του. Μερικοί μελετητές χρησιμοποίησαν αυτό το βιβλίο ως ακόμη μια απόδειξη της αρμενικής γενοκτονίας. Αφ' ετέρου, μερικοί τούρκοι ιστορικοί το χρησιμοποίησαν για να αποδείξουν ότι οι αρμενιοί έσφαξαν τούρκους. Σε διάφορα σάιτ του Διαδικτύου παρατήρησα ότι μόνο ένα μέρος του βιβλίου προσελκύει τους γράφοντες, εκείνο το μέρος που ταιριάζει στο επιχείρημα κάθε πλευράς.

Ο Αχμέτ Ρεφίκ έγραψε για «δύο κομιτάτα δύο σφαγές» (İki Komite iki Kital) για να καταδικάσει το κόμμα των Νεότουρκων Ιττιχάτ και Τερρακή (Ένωση και Πρόοδος) αλλά και τις αρμενικές συμμορίες για τις σφαγές που έγιναν σε Αρμενίους και Τούρκους αντίστοιχα.

Προσωπικά δεν συμφωνώ με την αντιπαράθεση του Αχμέτ Ρεφίκ Αλτίναϊ, η οποία μπορεί να δώσει την παραπλανητική εντύπωση κάποιας συμμετρίας όσον αφορά στις σφαγές. Αυτή η προσέγγιση μπορεί να απαλλάξει τους Νεότουρκους για το μεγάλο έγκλημα που διέπραξαν. Εντούτοις, δεν πιστεύω ότι αυτή ήταν η πρόθεση του Αχμέτ Ρεφίκ. Στην πραγματικότητα, υποστηρίζει την τιμωρία των Νεότουρκων. Η προσέγγισή του είναι βασικά ανθρωπιστική, δεδομένου ότι θεωρούσε ότι όλα τα έθνη είχαν το δικαίωμα να ευημερήσουν στην οθωμανική αυτοκρατορία και ότι η κυβέρνηση Ιττιχάτ κακοδιαχειρίστηκε τις σχέσεις της με τις μειονότητες. Είναι επίσης αξιοσημείωτο ότι δεν κατηγορεί ούτε τους Έλληνες ούτε τους Αρμένιους για την επιθυμία τους να αποκτήσουν ανεξαρτησία.

Είναι ενδιαφέρον ότι οι περισσότεροι τουρκικοί ακαδημαϊκοί που υποστηρίζουν την ωμή επίσημη θέση δεν κάνουν καμία αναφορά στο βιβλίου του Αχμέτ Ρεφίκ Αλτίναϊ, παρά το γεγονός ότι το δεύτερο μέρος του βιβλίου του αποτελείται από «υποτιθέμενες» αρμενικές αγριότητες.

Μπορώ εδώ να μη θεωρηθώ αντικειμενικός για τη χρησιμοποίηση του όρου «υποτιθέμενες». Εντούτοις, διαβάζοντας για πολλά χρόνια τουρκικά βιβλία και άρθρα που αρνούνται τη γενοκτονία και που αναφέρονται στην «δήθεν» γενοκτονία και στις «δήθεν» σφαγές, πιστεύω ότι ως ερευνητής σε αυτόν τον τομέα έχω το δικαίωμα να παραμερίσω προς στιγμήν τους κανόνες της αντικειμενικότητας.

Ο λόγος που το βιβλίο δεν έχει ληφθεί υπόψη στο παρελθόν από τους αρνητές της γενοκτονίας είναι ότι το πρώτο μέρος του βιβλίου του αναφέρεται στην εκτόπιση Αρμενίων και τις σφαγές τους από το Ιττιχάτ. Η κριτική του Αχμέτ Ρεφίκ στους Νεότουρκους σαν ένα κόμμα διεφθαρμένων και δολοφόνων και η αναφορά του στην Ειδική Οργάνωση (Teşkilatı Mahsusa) που οργανώθηκε από Ιττιχάτ για να δολοφονήσει τους Αρμενίους, καθιστά το βιβλίο ακατάλληλο για την επίσημη θέση.

Το βιβλίο γράφτηκε στα οθωμανικά αλλά έχουν δημοσιευθεί διάφορες μεταφράσεις και προσαρμογές στα σύγχρονα Τουρκικά. Στην έκδοση του 1999, ο μεταγλωττιστής Χαλούκ Ντουρσούν υποστηρίζει την άποψη ότι ο Αχμέτ Ρεφίκ δεν είναι αντικειμενικός σε σχέση με το κόμμα των Νεότουρκων Ιττιχάτ. Χαρακτηριστικά, ο Ντουρσούν προσπαθεί να υπονομεύσει την ισχύ των στοιχείων σχετικά με τις αρμενικές εκτοπίσεις και τις σφαγές. Σύμφωνα με τον Ντουρσούν, οι αρμενικές σφαγές δεν μπορούν να χαρακτηριστούν σαν «εθνοκάθαρση» επειδή οι Έλληνες, οι Ασσύριοι και οι Εβραίοι δεν είχαν υποβληθεί σε σφαγές.2 Ο Χαλούκ Ντουρσούν είτε δεν ξέρει για τις σφαγές των Ελλήνων και των Ασσυρίων ή προσπαθεί να παραπληροφορήσει τον αναγνώστη. Επιπλέον, φαίνεται να αγνοεί τα στοιχεία που βρίσκονται στο βιβλίο που ο ίδιος μεταγλώττισε και προσάρμοσε στα σύγχρονα τουρκικά. Παραδείγματος χάριν, σύμφωνα με Αχμέτ Ρεφίκ, μερικές αρμένισες στην πόλη Εσκίσεχιρ θέλησαν να γίνουν μουσουλμάνες για να αποφύγουν την εκτόπιση αλλά η κυβέρνηση δεν ενέκρινε αυτούς τους προσηλυτισμούς. Αυτό υποδείχνει πρόθεση «εθνο κάθαρσης».

Ο Χαλούκ Ντουρσούν επίσης επαναλαμβάνει τους συνηθισμένους και χιλιοειπωμένους ψεύτικους ισχυρισμούς ότι οι Αρμένιοι ζούσαν εν ειρήνη και αρμονία υπό την καλοκαγαθία της οθωμανικής κυβέρνησης πριν από τον πόλεμο και αυτοί με την εξέγερση τους διέπραξαν μια πράξη προδοσίας. Δεν είμαι βέβαιος γιατί κάποιος μπαίνει σε κόπο να γράψει αυτά εκ νέου, εφόσον μπορεί να δανειστεί τμήματα από μια σειρά βιβλίων που δημοσιεύονται από τον Οργανισμό Τουρκικής Ιστορίας που επαναλαμβάνουν αυτά τα τροπάρια κατά κόρον.

Ο Οσμάν Σελίμ Κοτζαχάνογλου,3 που προετοίμασε άλλη μια έκδοση, καλύπτει το ίδιο σχεδόν έδαφος στην εισαγωγή του για να πείσει τους αναγνώστες ότι δεν υπήρξαν ούτε «αρμενικές σφαγές ούτε αρμενική γενοκτονία», ανεξάρτητα από το γεγονός ότι ένα μεγάλο μέρος του βιβλίου αφορά την εκτόπιση Αρμενίων και σφαγών. Ενώ το υλικό του πρώτου κεφαλαίου αγνοείται εντελώς, στο δεύτερο μέρος, ο Αχμέτ Ρεφίκ αντιμετωπίζεται ως αυτόπτης μάρτυρας - που δεν ήταν - σφαγών τούρκων από Αρμενίους. Ο Αχμέτ Ρεφίκ ήταν αυτόπτης μάρτυρας της συνέπειας του πολέμου · ο ίδιος δεν είδε οποιεσδήποτε σφαγές των Τούρκων από Αρμενίους. Δεν απορρίπτω εντούτοις τις παρατηρήσεις σχετικά με τις καταστροφές που παρουσιάστηκαν και στον τουρκικό πληθυσμό μετά από τη ρωσική και αρμενική απόσυρση στην ανατολική Τουρκία. Όμως οι ευθύνες ανήκουν στους Νεότουρκους που κυβέρνησαν για χρόνια με σκοπό την εθνοκάθαρση της αυτοκρατορίας από τα μη τουρκικά στοιχεία. Το υπόλοιπο της εισαγωγής του Κοτζαχάνογλου είναι προβλέψιμο: οι Αρμένιοι ήταν προδότες, η αυτοκρατορία έπρεπε να προστατευθεί και παρόμοια παιδαριώδεις επιχειρήματα. Ο Οσμάν Σελίμ Κοτζαχάνογλου σαφώς ελπίζει ότι οι αναγνώστες δεν θα προχωρήσουν πέρα από την εισαγωγή, διότι αν προχωρήσουν, θα συνειδητοποιήσουν ότι είναι ένα κραυγαλέο ψέμα να λέει ότι δεν υπήρξε καμία αρμενική σφαγή.

Η αρμενική γενοκτονία δεν μπορεί να παραμεριστεί με τέτοια επιχειρήματα, δηλαδή οι ότι Αρμένιοι επαναστάτησαν, ότι ήταν προδότες, ότι σκότωσαν επίσης Τούρκους ή ακόμα και με το παιδαριώδεις επιχείρημα «ότι μερικά πράγματα συνέβησαν κατά τη διάρκεια εκείνων των ετών και από τις δυο πλευρές» (bazı şeyler oldu ο zamanlar her iki taraftan), όπως κάπως απερίφραστα υποβάλλεται από πολλούς ακαδημαϊκούς, πολιτικούς και δημοσιογράφους στην υπηρεσία του τουρκικού κράτους. Τα προβλέψιμα επιχειρήματα του Κοτζαχάνογλου είναι βασικά σχεδόν ίδια με εκείνους τους ακαδημαϊκούς που υποστηρίζουν την επίσημη θέση.

Η δεύτερη μέθοδος που χρησιμοποιεί ο Κοτζαχάνογλου είναι η προσπάθεια αμαύρωσης του Αχμέτ Ρεφίκ. Ο Κοτζαχάνογλου ισχυρίζεται ότι ο Αχμέτ Ρεφίκ έγραψε εκείνο το βιβλίο σε μια περίοδο όπου η εχθρότητα ενάντια στην κυβέρνηση Ιττιχάτ - που είχε τραπεί σε φυγή - ήταν της μόδας και ίσως για να εξυπηρετήσει τους «εισβολείς» στην Κωνσταντινούπολη. Αν και δεν το λέει καθαρά, ο Κοτζαχάνογλου φαίνεται να κατηγορεί τον Αχμέτ Ρεφίκ για προδοσία – ως συνηθίζεται σε παρόμοιες περιπτώσεις - και ισχυρίζεται ότι ο Αχμέτ Ρεφίκ κυνηγούσε κάποια υψηλή θέση στον κρατικό μηχανισμό. Εδώ θα ήθελα να σημειώσω ότι η γλώσσα του Αχμέτ Ρεφίκ είναι ποιητική, και κατά περιόδους στοργική, όχι συμφεροντολογική όπως αφήνει να εννοηθεί ο Κοτζαχάνογλου. Ενώ οι παρατηρήσεις του Αχμέτ Ρεφίκ περί αρμενικών σφαγών και η κριτική του της διεφθαρμένης κυβέρνησης Ιττιχάτ, σύμφωνα με τον Κοτζαχάνογλου δεν είναι αντικειμενικές, ως δια μαγείας οι παρατηρήσεις του ιδίου περί αρμενικών αγριοτήτων ενάντια σε Τούρκους είναι αντικειμενικές. Αυτό είναι το επίπεδο ακαδημαϊκής εργασίας στην Τουρκία, ακόμα και σήμερα.

Το μεγαλύτερο τμήμα του βιβλίου μπορεί να εκληφθεί ως κριτική της κυβέρνησης των Νεότουρκων σαν μια δολοφονική, ανάρμοστη, διεφθαρμένη και δεσποτική κυβέρνηση. Αν και μπορεί να δημιουργηθεί τουλάχιστον στον τούρκο αναγνώστη ότι Αχμέτ Ρεφίκ υπερβάλλει στην κριτική του της νεοτουρκικής κυβέρνησης, η καταστροφή πολλών κοινοτήτων (συμπεριλαμβανομένου και της τουρκικής) λόγω της πολιτικής της κυβέρνησης Ιττιχάτ είναι ένα θέμα ιστορικής αλήθειας παρόλο πού στα χρόνια της Τούρκικης Δημοκρατίας το κράτος προσπάθησε να κρύψει αυτήν την αλήθεια σχετικά με την κυβέρνηση των Νεότουρκων. Ακόμη και στο δεύτερο μέρος του βιβλίου, περί Αρμενίων, η κριτική των πολιτικών του Ιττιχάτ αποτελεί ένα μεγάλο τμήμα.

Ίσως το βιβλίο του Αχμέτ Ρεφίκ έπρεπε να έφερνε τον τίτλο «Ιττιχάτ και Τερακκή» (Ένωση και πρόοδος) επειδή η δύναμη του βιβλίου του βρίσκεται στις παρατηρήσεις του σχετικά με τις καταστροφικές πολιτικές της κυβέρνησης Ιττιχάτ και το βασίλειο του τρόμου που επέβαλλε. Εν τούτοις, θέλησε επίσης να επισημάνει την έκβαση αυτής της ταραχώδους περιόδους κατά τη διάρκεια του παγκόσμιου πολέμου. Υπάρχει ένα σημείο που συμφωνώ με τον Κοτζαχάνογλου, ο Αχμέτ Ρεφίκ πράγματι αντιφάσκει σε μερικά σημεία. Παραδείγματος χάριν, ο Αχμέτ Ρεφίκ υποστήριξε ότι Έλληνες και Αρμένιοι απέφευγαν τη στρατιωτική θητεία με δωροδοκίες και όμως αλλού δηλώνει ότι Έλληνες και οι Τούρκοι έτρωγαν «μπόμποτα», ένα μείγμα άχυρου και σίτου ως ψωμί ενώ οι φίλοι του Ιττιχάτ καλοπερνούσαν, και ότι Έλληνες και οι Τούρκοι υπέφεραν ίδια κάτω από την κυβέρνηση Ιττιχάτ.

Τέλος, είναι σημαντικό να επισημανθεί ότι Αχμέτ Ρεφίκ αποδοκίμαζε τις αντιδραστικές ιδέες του τουρανισμού και παντουρκισμού. Κατηγόρησε επίσης τους Γερμανούς για τις αρμενικές σφαγές. Θεωρούσε ότι Γερμανοί θα μπορούσαν να έχουν σταματήσει τις σφαγές, εάν το επιθυμούσαν.

Πρέπει να είμαστε προσεκτικοί και να μην θεωρήσουμε τον Αχμέτ Ρεφίκ αυτόπτη μάρτυρας οποιωνδήποτε σφαγών · δεν ήταν. Εργαζόταν ως κρατικός υπάλληλος όταν θεσπίστηκε η πολιτική των αρμενικών εκτοπίσεων και είδε την ερήμωση της πόλης Εσκίσεχηρ και άλλων πόλεων. Το βιβλίο του Αχμέτ Ρεφίκ αποτελεί έναν πολύτιμο απολογισμό των δολοφονικών τάσεων στους κόλπους του Ιττιχάτ από ένα άτομο που είχε αρχικά πιστέψει σε αυτό το κόμμα όπως άλλωστε και πολλές μειονότητες. Αχμέτ Ρεφίκ συνομίλησε επίσης με το δολοφόνο Τσερκές Αχμέτ που του καυχήθηκε ότι δολοφόνησε βάναυσα αρμένιους βουλευτές. Στην εισαγωγή του Αχμέτ Ρεφίκ δήλωσε προφητικά ότι «εκατό χρόνια από τώρα, αυτό το μικρό βιβλίο θα αποτελεί ένα έγγραφο για τον ιστορικό και θα παρουσιάσει την αλήθεια σε όλη της την τραγωδία». Δεν έχουν περάσει ακόμη 100 χρόνια, όμως 90 χρόνια μετά από τη γενοκτονία των Αρμενίων, Ασσυρίων και Ελλήνων, το τουρκικό κατεστημένο δεν φαίνεται ακόμη έτοιμο να αναγνωρίσει αυτήν την πραγματικότητα.

Ετικέτες

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]

<< Αρχική σελίδα