9 Δεκεμβρίου 2008

Οι "Τούρκοι" Ορθόδοξοι στην περίοδο του
Ελληνοτουρκικού πολέμου

του Γιώργου Μπατζά


Ανάλογο με το φαινόμενο των Κρυπτοχριστιανών είναι και το φαινόμενο των Σαββατιανών, των λεγόμενων Τούρκο-Εβραίων ή όπως αλλιώς τους ονομάζουμε "ντονμέδες." Στην περίπτωση των μειονοτήτων της Τουρκίας θα προσπαθήσουμε να κάνουμε ένα διαχωρισμό για να ξεκαθαρίσουμε το πώς αισθάνονται εντός της Τουρκίας αυτό το σύνολο των ανθρώπων. Παρατηρούμε ότι σε όλη τη διάρκεια της Τουρκικής Δημοκρατίας, οι Σαββατιανοί έχουν τουρκική εθνική συνείδηση όπως και το απέδειξαν στην πορεία των ογδόντα χρόνων, με τη μόνη διαφορά το θρήσκευμα τους είναι διαφορετικό από το σύνολο των μουσουλμανικών πληθυσμών και έχουν μουσουλμανικά ονόματα. Έτσι μπορούμε να αποδεχτούμε ότι το ίδιο ισχύει και για τους Κρυπτό-χριστιανούς του Πόντου. Εάν προσπαθήσουμε να δώσουμε μια ερμηνεία με τα σημερινά δυτικά πρότυπα πάνω σε αυτές τις δυο μειονότητες και κυρίως στην περίπτωση των Κρυπτο-χριστιανών θα καταλήξουμε στο αποτέλεσμα του συλλογισμού μας ότι αυτοί θα μπορούσαν να διατηρήσουν τα πολιτισμικά τους χαρακτηριστικά έχοντας παράλληλα δυο εθνικές πολιτισμικές ταυτότητες. Δηλαδή, την εθνική ταυτότητα (ust-kimlik) ούτως ώστε να θεωρούνται Τούρκοι αλλά να διατηρούν και την υπό-εθνοτική (alt-kimlik) τους ταυτότητα της Ποντιακής τους κοινότητας. Αυτή η εκδοχή σήμερα πλέον είναι εφικτή για της εν λόγω μειονότητες, με το αναφαίρετο δικαίωμα του αυτό-προσδιορισμού της ταυτότητας. Τι σημαίνει για αυτούς να αισθάνονται Τούρκοι; Θα σημάνει ότι τους δίνεται η δυνατότητα να συμμετέχουν στη νομή της εξουσίας, στο σχεδιασμό, στη χάραξη στρατηγικής κτλ. Συνεπώς αν λάβουμε ως δεδομένο αυτόν τον συλλογισμό, τότε αυτοί οι άνθρωποι αισθάνονται ότι η πατρίδα τους είναι η Τουρκία με προϋπόθεση ότι έχουν και τη δεύτερη ταυτότητα τους την υπό-εθνοτική.
Κάπως έτσι ήταν το σχέδιο του Παπά-Ευθύμ ο οποίος απευθύνονταν πρώτα στους τουρκόφωνους Ρωμιούς της Καππαδοκίας και του Πόντου. Τότε ο βασικός σκοπός του ήταν η παραμονή των χριστιανών της Καππαδοκίας στις εστίες τους με την προϋπόθεση να αποδεχτούν ότι είναι "Τούρκοι" ορθόδοξοι χριστιανοί. Το συγκεκριμένο σχέδιο του Παπά-Ευθύμ το αποδέχτηκαν και οι κεμαλικοί εθνικιστές κάνοντας μια παρέκκλιση από τις βασικές τους αρχές που φυσικά μια από αυτές ήταν ο εκτουρκισμός της Ανατολής. Αν υποθέσουμε ότι αυτή η παρέκκλιση του Κεμάλ, από τις εθνικιστικές του αρχές απέβλεπε στην αποδυνάμωση του Οικουμενικού Πατριαρχείου του Φαναρίου και αυτή η αποδοχή του σχεδίου του Παπα-Ευθύμ οφείλεται ουσιαστικά επειδή θεωρούσε το Πατριαρχείο εχθρικό για τα τουρκικά συμφέροντα. Έτσι υπήρξε μια ιστορική σύμπτωση των δυο ανδρών και ο Παπά-Ευθύμ έλαβε το πράσινο φως από τους κεμαλικούς για να δράσει ανενόχλητα στο χώρο της Ανατολής. Θεωρείται ότι η συγκεκριμένη πράξη του Παπά-Ευθύμ ήταν ένας συμβιβασμός μια "έκπτωση" στην εθνική ταυτότητα. Αλλά και ο Κεμάλ σε εκείνη τη φάση θα πετύχαινε το στόχο του. Στο εξής το πρόβλημα του Παπά-Ευθύμ ήταν πως θα μπορέσει να πείσει τον υπόλοιπο κλήρο και το ποίμνιο για να προχωρήσει στην πραγμάτωση του σχεδίου. Αρχικά με το ποίμνιο ο Παπά-Ευθύμ δεν αντιμετώπιζε σοβαρές αντιδράσεις διότι τον θεωρούσαν οι κάτοικοι της περιοχής δικό τους άνθρωπο με την έννοια ότι δεν ήταν διορισμένος από μια περιοχή άγνωστη για αυτούς όπως συνήθως συμβαίνει με τους διορισμούς του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Ως επί το πλείστον οι διορισμένοι κληρικοί δεν γνώριζαν τον τόπο, τη νοοτροπία των κατοίκων και τα προβλήματα της περιοχής. Ενώ ο Παπά-Ευθύμ κατείχε αυτό το πλεονέκτημα και ήταν σημαντικό για τη δράση του. Είχε δημιουργήσει και μια συναισθηματική σχέση με το ποίμνιο της περιοχής μεσολαβώντας πολλές φορές να σταματήσουν οι συλλήψεις και οι μετακινήσεις πληθυσμών. Μπροστά στις ακρότητες που συνέβησαν στον Πόντο αντιλαμβανόμαστε ότι δεν υπήρχαν εκείνη την περίοδο πολλά περιθώρια διάσωσης χριστιανών.
Όπως μας είναι γνωστό στην ενδοχώρα της Ανατολής, δηλαδή στην Καππαδοκία μέχρι την ανταλλαγή πληθυσμών υπήρξαν τουρκόφωνοι ορθόδοξοι χριστιανοί οι οποίοι έγραφαν στην ελληνική γραφή την τουρκική γλώσσα. Η συγκεκριμένη τουρκόφωνη κοινότητα ονομάζεται Καραμανλήδικη, κυρίως οι κάτοικοι της Καππαδοκίας. Αυτοί οι άνθρωποι στις αρχές του εικοστού αιώνα λόγω της εθνικής τους ιδιαιτερότητας έγιναν αντικείμενο του Ελληνικού και του Τουρκικού εθνικιστικού ανταγωνισμού. Όλη η προσπάθεια και των δυο πλευρών ήταν το πώς θα συμπεριλάβουν ή θα εντάξουν την κοινότητα αυτή στην δική τους πολιτισμική ταυτότητα. Έτσι οι Καραμανλήδες αναγκάστηκαν και από τις δυο πλευρές τα τελευταία εκατό χρόνια τουλάχιστον να επιλέξουν ανάμεσα στις δυο πολιτισμικές κουλτούρες (Τουρκική-Ελληνική).1 Όποτε από τις αρχές του εικοστού αιώνα άρχισαν να κυκλοφορούν μελέτες από διάφορους Τούρκους διανοούμενους σχετικά με την τουρκική ταυτότητα των Καραμανλήδων. Το αποκορύφωμα αυτής της σύγκρουσης φτάνει κατά τη διάρκεια της ανακωχής με την εμφάνιση στο πολιτικό-θρησκευτικό πεδίο του Παπά-Ευθύμ. Για πρώτη φορά η ιδέα ίδρυσης Τουρκο-ορθόδοξου Πατριαρχείου δημοσιεύεται στην κεμαλική εφημερίδα "Hakimiyet-i Milliye" (Εθνική Κυριαρχία) στις 1 Μαΐου 1921. Η είδηση προήλθε από την ορθόδοξη κοινότητα του Σαφράμπολου που απευθύνονταν στην Άγκυρα με σκοπό να παραχωρηθεί ένας κατάλληλος χώρος για τη στέγαση του Τούρκο-Ορθόδοξου Πατριαρχείου. Η αναγνώριση του σχεδίου της ίδρυσης του Τούρκο-ορθόδοξου Πατριαρχείου για τους κεμαλικούς σήμαινε άρδην την αποδυνάμωση της προπαγάνδας που αναπτύχθηκε εναντίον τους στο εξωτερικό για τις τουρκικές θηριωδίες που διαπράχθηκαν στον χριστιανικό πληθυσμό. Η κίνηση αυτή σήμαινε ότι "οι Ρωμιοί της Ανατολής ζητούσαν να διακόψουν οποιαδήποτε σχέση από το Οικουμενικό Πατριαρχείο της Πόλης".2 Το θέμα δεν ήταν μονάχα θρησκευτικό, αλλά και πολιτικό. Η αυτονόμηση των τουρκόφωνων Καραμανλίδων σήμαινε αποκοπή των χριστιανών της Ανατολής από την γενική πολιτική θέση του "αλύτρωτου ελληνισμού" της Μεγάλης ιδέας και ενσωμάτωση τους στον τουρκικό εθνικό ιστό.
Όταν ξεκίνησε η αντίσταση στον Πόντο είχε συλληφθεί και εκτελεστεί ο εξάδελφος του Ευθύμ ο Παντελής Καραχισαρίδης από το Δικαστήριο Ανεξαρτησίας. Τότε συνέλαβαν και τον Παπά-Ευθύμ και τον μετέφεραν στην Άγκυρα για να τον δικάσουν. Αλλά οι φίλοι του κεμαλικοί επενέβησαν υπέρ αυτού και τον αθώωσε το δικαστήριο.3 Υπάρχει ο συλλογισμός ότι κατά τη διάρκεια του Δικαστηρίου μήπως έγινε καμιά συναλλαγή με τον Παπά-Ευθύμ σχετικά με την ίδρυση του Τούρκο-ορθόδοξου Πατριαρχείου και έτσι αφέθηκε ελεύθερος.4 Αλλά αυτός ο συλλογισμός δεν προκύπτει πουθενά και μπορεί να εκληφθεί ως μια υπόθεση. Άλλωστε την αθωώση του Παπά-Ευθύμ μπορούμε να την χρεώσουμε στη συνεργασία του που προηγήθηκε πριν την σύλληψη του. Στις αρχές του Σεπτεμβρίου του 1919 ο Παπά-Ευθύμ υποχρέωσε τους προύχοντες της κοινότητας να συγκεντρώσουν χρήματα και να τα προσφέρουν για την ενίσχυση των κεμαλικών δυνάμεων (Kuvayi Milliye). Το ποσό που συγκεντρώθηκε, δόθηκε στον Αλή Φουάτ Τζεμπέσοι (Cebesoy) όταν περνούσε εκείνη την περίοδο από το Κεσκίν Μαντέν. Όμως οι δημογέροντες και οι κοινοτικοί επίτροποι άρχισαν να τον κατηγορούν για ιδιοποίηση κοινοτικών χρημάτων.5 Η συγκεκριμένη πράξη, έγινε πολύ πιθανόν προς όφελος όλης της κοινότητας. Διότι εκείνος πίστευε ότι με το να ενισχύσει του κεμαλικούς θα αποδείξει ότι δεν είναι αντίπαλος τους. Εφόσον ήταν η κορυφή των κεμαλικών ο Αλή Φουάτ Τζεμπέσοι που εισέπραξε τα χρήματα της κοινότητας είναι φυσικό να μεσολαβήσουν και να αθωώσουν τον Παπά-Ευθύμ.
Ο Παπά-Ευθύμ στη συνέχεια παρουσιάζεται ως γενικός αντιπρόσωπος των Ρωμιών της Ανατολής. Ο ίδιος υποστήριζε ότι εβδομήντα δυο κοινότητες και εκκλησίες του έδωσαν γενικό πληρεξούσιο.6 Το ζήτημα είναι ότι αυτό το πληρεξούσιο δεν καταγράφεται σε άλλες πηγές. Εκτός και αν εννοεί τον ορισμό του από την Ιερά Σύνοδο της Πόλης το 1923 ως γενικό οικονόμο και αντιπρόσωπο - το έγγραφο φέρει τον αριθμό πρωτοκόλλου 4825 το οποίο ταυτόχρονα επικυρώθηκε και από την Μεγάλη Εθνοσυνέλευση της Τουρκίας.7
Τότε αποφασίστηκε σε συνεργασία μαζί με άλλους κληρικούς να προβεί σε ένα συνέδριο με σκοπό την ίδρυση ενός αυτοκέφαλου Τούρκο-Ορθόδοξου Πατριαρχείου. Αυτή η απόφαση του σχεδίου αυτού συμπίπτει με την εκλογή του Μελετίου Μεταξάκη, που ήταν εκφραστής της Μεγάλης Ιδέας. Ο Παπά-Ευθύμ κάλεσε όλες τις χριστιανικές κοινότητες της Ανατολής να στείλουν αντιπροσώπους στην Καισάρεια για να προχωρήσουν οι διαδικασίες του συνεδρίου. Στις διακηρύξεις του τάχθηκε αναφανδόν υπέρ της κεμαλικής επανάστασης και του Κεμάλ.8 Το συνέδριο διοργανώθηκε σε ένα Μοναστήρι στο Zincidere της Καισαρείας στις 16 Ιουλίου του 1922.9 Επικεφαλής του συνεδρίου ήταν ο Μητροπολίτης Ικονίου Προκόπιος και ο επίσκοπος Μελέτιος Χρηστίδης, ο οποίος διορίστηκε αρχιεπίσκοπος της Καισάρειας. 9 Επειδή ο Παπά-Ευθύμ ήταν έγγαμος και δεν είχε ούτε τα τυπικά αλλά ούτε και τα ουσιαστικά προσόντα για να γίνει Μητροπολίτης ή Πατριάρχης που αυτό το γνώριζαν οι τουρκικές αρχές, για τους λόγους αυτούς βασίζονταν στον Προκόπιο του Ικονίου. Στο συμβούλιο της Καισάρειας ανάδειξε τους συνεργάτες του. Κατόπιν το συνέταξε ένα καταστατικό για την ίδρυση του Τούρκο-Ορθοδόξου Πατριαρχείου το οποίον κατατέθηκε στον γενικό διοικητή της Καισάρειας και εξέδωσε ένα έντυπο στην τουρκική γλώσσα (Turk Ortodoksluk Sedasi)που αναφέρει τους νέους κανονισμούς.10 Έπειτα από αυτό ο Παπά-Ευθύμ επισκέφθηκε τις κοινότητες της Καππαδοκίας και υποστήριξε ότι το συμφέρον των Ορθοδόξων της Ανατολής είναι η απόσχιση τους από την πνευματική ηγεσία του Φαναρίου. Ο Παπά-Ευθύμ επικαλούμενος τις γνωριμίες που είχε, υποσχέθηκε στον κόσμο την επιστροφή όλων των εξόριστων. Ο Προκόπιος μαζί με τους άλλους κληρικούς ακολούθησε την τακτική καθυστέρησης για την επίλυση του εκκλησιαστικού ζητήματος.11 Είναι προφανές ότι ο Προκόπιος του Ικονίου ενδόμυχα είχε αναστολές να έρθει σε αμφισβήτηση με το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Άλλωστε η κωλυσιεργία του Προκόπιου οφείλεται στο γεγονός ότι ήθελε να κερδίσει χρόνο μήπως και η Ευρώπη ασκήσει πίεση στην Τουρκική Κυβέρνηση ώστε να ματαιωθεί η προσπάθεια αυτονόμησης της Εκκλησίας. Ο Μητροπολίτης Ικονίου έκανε πρόταση στο συμβούλιο της Καισάρειας να μην ταχθούν ανοικτά κατά του θεσμού του Φαναρίου αλλά να στραφούν ενάντια στον Μελέτιο Μεταξάκη διότι κατά την εκλογή του δεν μπόρεσαν να συμμετέχουν οι Καππαδόκες. Όμως δεν έγινε αποδεκτή η πρόταση αυτή από την Άγκυρα.12 Τελικά το συμβούλιο της Καισάρειας ανάδειξε τον Προκόπιο Πατριάρχη της αυτοκέφαλης Τούρκο-ορθοδόξου εκκλησίας. Η κεμαλική κυβέρνηση ικανοποιήθηκε. Η Βενιζέλική ηγεσία όμως του Πατριαρχείου αύξησε την κριτική στάση της απέναντι στον Προκόπιο κατηγορώντας τον για ενδοτικότητα προς τους κεμαλικούς.13
Όταν έσπασε το Μικρασιατικό μέτωπο, στις 23 Σεπτεμβρίου το 1922 έγινε η πρόταση κατάπαυσης του πυρός και την ίδια μέρα σταμάτησαν οι εργασίες του Τούρκο-ορθόδοξου συνεδρίου στην Καισάρεια. Στη συνέχεια ακολούθησαν οι συνομιλίες στη Λοζάνη. Πριν υπογραφεί το πρωτόκολλο των ανταλλαγών του πληθυσμού δημοσιεύθηκε ένα άρθρο στην εφημερίδα των Τούρκο-ορθόδοξων. Κοντολογίς αναφέρει ότι οι ορθόδοξοι της Ανατολής είναι Τούρκοι στην καταγωγή και πρέπει αυτό να το γνωρίζει η Ευρώπη. Τότε ο Ισμέτ Πασάς στη συνεδρίαση όταν τέθηκε το ζήτημα των τουρκόφωνων της Ανατολής, δήλωσε ότι δεν τους βλέπει διαφορετικά από τους μουσουλμάνους της χώρας και ότι πότε δεν ζήτησαν ιδιαίτερη μεταχείριση από τους υπόλοιπους μουσουλμάνους.14 Τότε ο Ελ. Βενιζέλος συμφώνησε με τον Ισμέτ Πασά και δήλωσε ότι η Ελλάδα δεχόταν την παραμονή των πενήντα χιλιάδων τουρκόφωνων ορθόδοξων στην Ανατολή.15 Τελικά συμπεριλήφθηκαν στο πρωτόκολλο των ανταλλαχθέντων και οι τουρκόφωνοι καραμανλήδες και μέχρι το 1924 μεταφέρθηκαν στον Ελλαδικό χώρο. Οπότε όπως αναφέρει ο Αλεξανδρής μάταια ο Παπά-Ευθύμ και οι συνεργάτες του προσπάθησαν να πείσουν όλο τον καιρό του πολέμου την κυβέρνηση του Κεμάλ να κάνει διάκριση μεταξύ των Ελληνορθόδοξων και των Τουρκόφωνων Ορθοδόξων και να τους εξαιρέσει από την ανταλλαγή των πληθυσμών. Διότι ο Παπά-Ευθύμ συνέχισε να κάνει διαβήματα για την εξαίρεση των Καππαδόκων της Καισάρειας και του Ικονίου.16 Εφόσον δεν έμεινε ποίμνιο πλέον στην Ανατολή, ο Παπά-Ευθύμ μεταφέρθηκε στην Πόλη και στην αρχή διέμενε στο ξενοδοχείο του Tokatlian εκεί συνέχισε την αντιπαράθεση με το Οικουμενικό Πατριαρχείο έχοντας την πλέρια υποστήριξη του Τουρκικού κράτους.
Θέλοντας να κρίνουμε τη δεύτερη ιστορική περίοδο του Παπά-Ευθύμ διαπιστώνουμε ότι ως πολιτικό υποκείμενο πια έχει ταυτιστεί με τον τουρκικό εθνικισμό και συνεχίζει να αντιπαρατίθεται σε κάθε επιλογή του Οικουμενικού Πατριαρχείου, καθώς οι άγονες αντιπαραθέσεις του δεν ωφέλησαν την κοινότητα, αντίθετα έστρεφαν την προσοχή της κεμαλικής ηγεσίας προς την μειονότητα. Όλη αυτή η όξυνση οδήγησε το Οικουμενικό Πατριαρχείο να λάβει μέτρα εναντίον του. Στην αρχή αποφάσισε η Ιερά Σύνοδος την καθαίρεσή του από τον ιερατικό βαθμό και σχήμα και τον υποβιβασμό και την κατάταξή του στη τάξη των λαϊκών για καθαρά αντιθρησκευτικές πράξεις του. Αυτή η απόφαση κοινοποιήθηκε στις τουρκικές αρχές.17 Μετά την αυτοπροαγωγή ως επίσκοπο του καθηρημένου Ευθύμ Καραχισαρίδου η Ιερά Σύνοδος προέβη στον αφορισμό του.



1 βλ. Turk Milliyetciliginde Katedilmemis Bir Yol: “Hristiyan Turkler”, Foti Benlisoy, Modern Turkiye’de Siyasi Dusunce,(Συλλογικό) cilt 4 Cumhuriyet Iletisim Yayin.
2 βλ. Foti Benlisoy s. 930, Papa Eftim and the Foundation of the Turkish Orthodox Church, by Foti Benlisoy, Bogazici University 2002, Karamanli Ortodoks Turkler, Yonca Anzerlioglu s. 230, Ankara 2003
3 βλ. Εφημερίδα ο Πολίτης, Αύγουστος 2006
4 βλ. Εφημερίδα ο Πολίτης, Αύγουστος 2006
5 βλ. στο ίδιο εφ. ο Πολίτης Αυγουστος 2006
6 βλ. στο ίδιο, αναφέρει ότι υπήρξαν 72 κοινότητες
7 βλ. Istiklal Harbinde Turk Ortodokslari, Teoman Ergene s.72 Istanbul 1951
8 βλ. Τεομαν Εργκενε σ.6-9, ΔΚΜ τομ.4 Αλέξης Αλεξανδρής σελ. 180,
9 βλ. Yonca Anzerlioglu s. 244-245
9 βλ. Yonca Anzerlioglu s. 244-245, Teoman Ergene s. 24-25, Αλέξης Αλεξανδρής σελ. 183
10 βλ. στο ίδιο Αλέξης Αλεξανδρής σελ.185, T. Ergene , 26
11 βλ. Αλέξης Αλεξανδρής σελ.186
12 βλ. στο ίδιο σελ. 188-189
13 βλ. στο ίδιο σελ. 193
14 βλ. Yonca Anzerlioglu s. 280, Αλέξης Αλεξανδρής σελ. 195
15 βλ. στο ίδιο Α. Αλεξανδρής σελ.195
16 βλ. Α. Αλεξανδρής σελ. 196, Εφημερίδες της Πόλης, Πρόοδο και Ημερήσια Νέα 26/9/1923
17 βλ. Εφημερίδα ο Πολίτης, Αύγουστος 2006

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]

<< Αρχική σελίδα