22 Δεκεμβρίου 2008

Αχμέτ Ρεφίκ, Δυο κομιτάτα δυο σφαγές!

Δρ.Ράτσος Άγγελος Ντόνεφ

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Ανατολή, Αθήνα, Μάης-Ιούνης 2006.


Πρόσφατα μετάφρασα στα αγγλικά ένα βιβλίο του Αχμέτ Ρεφίκ ο οποίος έγραψε το «δύο κομιτάτα δύο σφαγές» το 1919. Ο ιστορικός, ποιητής και συγγραφέας Αχμέτ Ρεφίκ γεννήθηκε το 1880 και αποφοίτησε από τη στρατιωτική ακαδημία το 1898. Δίδαξε γεωγραφία και γαλλικά σε διάφορα σχολεία και το 1908, μετά από την προκήρυξη της 2ης συνταγματικής περιόδου, έγινε δάσκαλος ιστορίας. Εργάστηκε ως συντάκτης στις εφημερίδες Τερτζουμάν, Ηακικάτ και Μιλλέτ. Το 1909, ο Αχμέτ Ρεφίκ διεύθυνε τη δημοσίευση του στρατιωτικού περιοδικού (Askeri Mecmua) του Γενικού Επιτελείου σαν προϊστάμενος του επικοινωνιακού τομέα. Το ίδιο έτος, εκλέχτηκε στον μόλις ιδρυθέντα Οθωμανικό Σύνδεσμο Ιστορίας (Tarihi Osmanı Encümeni).

Στη συνέχεια, πήγε στη Γαλλία για ιστορική έρευνα και το 1912, κατά τη διάρκεια του βαλκανικού πολέμου, έγινε στρατιωτικός επιθεωρητής λογοκρισίας. Ο Αχμέτ Ρεφίκ αποσύρθηκε το 1913 λόγω της κακής του όρασης. Το 1918, επέστρεψε στο επάγγελμα διδασκαλίας και έγινε καθηγητής οθωμανικής ιστορίας στο πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης. Ο Αχμέτ Ρεφίκ το 1919 διορίστηκε ως καθηγητής της τουρκικής ιστορίας. Πέθανε το 1937 από πνευμονία, σε ηλικία 57 ετών. Είχε δημοσιεύσει 116 βιβλία.1

Αποφάσισα να μεταφράσω αυτό το βιβλίο αρχικά επειδή πιστεύω ότι είναι μια σημαντική αυθεντική πηγή, απρόσιτη στους ερευνητές γενοκτονίας που στερούνται γνώση της τουρκικής. Αφετέρου, πιστεύω ότι μια μεγάλη αδικία γίνεται εις βάρος του Αχμέτ Ρεφίκ Αλτίναϊ (το πλήρες όνομά του) σε διάφορες πηγές με την παραποίηση των απόψεών του. Μερικοί μελετητές χρησιμοποίησαν αυτό το βιβλίο ως ακόμη μια απόδειξη της αρμενικής γενοκτονίας. Αφ' ετέρου, μερικοί τούρκοι ιστορικοί το χρησιμοποίησαν για να αποδείξουν ότι οι αρμενιοί έσφαξαν τούρκους. Σε διάφορα σάιτ του Διαδικτύου παρατήρησα ότι μόνο ένα μέρος του βιβλίου προσελκύει τους γράφοντες, εκείνο το μέρος που ταιριάζει στο επιχείρημα κάθε πλευράς.

Ο Αχμέτ Ρεφίκ έγραψε για «δύο κομιτάτα δύο σφαγές» (İki Komite iki Kital) για να καταδικάσει το κόμμα των Νεότουρκων Ιττιχάτ και Τερρακή (Ένωση και Πρόοδος) αλλά και τις αρμενικές συμμορίες για τις σφαγές που έγιναν σε Αρμενίους και Τούρκους αντίστοιχα.

Προσωπικά δεν συμφωνώ με την αντιπαράθεση του Αχμέτ Ρεφίκ Αλτίναϊ, η οποία μπορεί να δώσει την παραπλανητική εντύπωση κάποιας συμμετρίας όσον αφορά στις σφαγές. Αυτή η προσέγγιση μπορεί να απαλλάξει τους Νεότουρκους για το μεγάλο έγκλημα που διέπραξαν. Εντούτοις, δεν πιστεύω ότι αυτή ήταν η πρόθεση του Αχμέτ Ρεφίκ. Στην πραγματικότητα, υποστηρίζει την τιμωρία των Νεότουρκων. Η προσέγγισή του είναι βασικά ανθρωπιστική, δεδομένου ότι θεωρούσε ότι όλα τα έθνη είχαν το δικαίωμα να ευημερήσουν στην οθωμανική αυτοκρατορία και ότι η κυβέρνηση Ιττιχάτ κακοδιαχειρίστηκε τις σχέσεις της με τις μειονότητες. Είναι επίσης αξιοσημείωτο ότι δεν κατηγορεί ούτε τους Έλληνες ούτε τους Αρμένιους για την επιθυμία τους να αποκτήσουν ανεξαρτησία.

Είναι ενδιαφέρον ότι οι περισσότεροι τουρκικοί ακαδημαϊκοί που υποστηρίζουν την ωμή επίσημη θέση δεν κάνουν καμία αναφορά στο βιβλίου του Αχμέτ Ρεφίκ Αλτίναϊ, παρά το γεγονός ότι το δεύτερο μέρος του βιβλίου του αποτελείται από «υποτιθέμενες» αρμενικές αγριότητες.

Μπορώ εδώ να μη θεωρηθώ αντικειμενικός για τη χρησιμοποίηση του όρου «υποτιθέμενες». Εντούτοις, διαβάζοντας για πολλά χρόνια τουρκικά βιβλία και άρθρα που αρνούνται τη γενοκτονία και που αναφέρονται στην «δήθεν» γενοκτονία και στις «δήθεν» σφαγές, πιστεύω ότι ως ερευνητής σε αυτόν τον τομέα έχω το δικαίωμα να παραμερίσω προς στιγμήν τους κανόνες της αντικειμενικότητας.

Ο λόγος που το βιβλίο δεν έχει ληφθεί υπόψη στο παρελθόν από τους αρνητές της γενοκτονίας είναι ότι το πρώτο μέρος του βιβλίου του αναφέρεται στην εκτόπιση Αρμενίων και τις σφαγές τους από το Ιττιχάτ. Η κριτική του Αχμέτ Ρεφίκ στους Νεότουρκους σαν ένα κόμμα διεφθαρμένων και δολοφόνων και η αναφορά του στην Ειδική Οργάνωση (Teşkilatı Mahsusa) που οργανώθηκε από Ιττιχάτ για να δολοφονήσει τους Αρμενίους, καθιστά το βιβλίο ακατάλληλο για την επίσημη θέση.

Το βιβλίο γράφτηκε στα οθωμανικά αλλά έχουν δημοσιευθεί διάφορες μεταφράσεις και προσαρμογές στα σύγχρονα Τουρκικά. Στην έκδοση του 1999, ο μεταγλωττιστής Χαλούκ Ντουρσούν υποστηρίζει την άποψη ότι ο Αχμέτ Ρεφίκ δεν είναι αντικειμενικός σε σχέση με το κόμμα των Νεότουρκων Ιττιχάτ. Χαρακτηριστικά, ο Ντουρσούν προσπαθεί να υπονομεύσει την ισχύ των στοιχείων σχετικά με τις αρμενικές εκτοπίσεις και τις σφαγές. Σύμφωνα με τον Ντουρσούν, οι αρμενικές σφαγές δεν μπορούν να χαρακτηριστούν σαν «εθνοκάθαρση» επειδή οι Έλληνες, οι Ασσύριοι και οι Εβραίοι δεν είχαν υποβληθεί σε σφαγές.2 Ο Χαλούκ Ντουρσούν είτε δεν ξέρει για τις σφαγές των Ελλήνων και των Ασσυρίων ή προσπαθεί να παραπληροφορήσει τον αναγνώστη. Επιπλέον, φαίνεται να αγνοεί τα στοιχεία που βρίσκονται στο βιβλίο που ο ίδιος μεταγλώττισε και προσάρμοσε στα σύγχρονα τουρκικά. Παραδείγματος χάριν, σύμφωνα με Αχμέτ Ρεφίκ, μερικές αρμένισες στην πόλη Εσκίσεχιρ θέλησαν να γίνουν μουσουλμάνες για να αποφύγουν την εκτόπιση αλλά η κυβέρνηση δεν ενέκρινε αυτούς τους προσηλυτισμούς. Αυτό υποδείχνει πρόθεση «εθνο κάθαρσης».

Ο Χαλούκ Ντουρσούν επίσης επαναλαμβάνει τους συνηθισμένους και χιλιοειπωμένους ψεύτικους ισχυρισμούς ότι οι Αρμένιοι ζούσαν εν ειρήνη και αρμονία υπό την καλοκαγαθία της οθωμανικής κυβέρνησης πριν από τον πόλεμο και αυτοί με την εξέγερση τους διέπραξαν μια πράξη προδοσίας. Δεν είμαι βέβαιος γιατί κάποιος μπαίνει σε κόπο να γράψει αυτά εκ νέου, εφόσον μπορεί να δανειστεί τμήματα από μια σειρά βιβλίων που δημοσιεύονται από τον Οργανισμό Τουρκικής Ιστορίας που επαναλαμβάνουν αυτά τα τροπάρια κατά κόρον.

Ο Οσμάν Σελίμ Κοτζαχάνογλου,3 που προετοίμασε άλλη μια έκδοση, καλύπτει το ίδιο σχεδόν έδαφος στην εισαγωγή του για να πείσει τους αναγνώστες ότι δεν υπήρξαν ούτε «αρμενικές σφαγές ούτε αρμενική γενοκτονία», ανεξάρτητα από το γεγονός ότι ένα μεγάλο μέρος του βιβλίου αφορά την εκτόπιση Αρμενίων και σφαγών. Ενώ το υλικό του πρώτου κεφαλαίου αγνοείται εντελώς, στο δεύτερο μέρος, ο Αχμέτ Ρεφίκ αντιμετωπίζεται ως αυτόπτης μάρτυρας - που δεν ήταν - σφαγών τούρκων από Αρμενίους. Ο Αχμέτ Ρεφίκ ήταν αυτόπτης μάρτυρας της συνέπειας του πολέμου · ο ίδιος δεν είδε οποιεσδήποτε σφαγές των Τούρκων από Αρμενίους. Δεν απορρίπτω εντούτοις τις παρατηρήσεις σχετικά με τις καταστροφές που παρουσιάστηκαν και στον τουρκικό πληθυσμό μετά από τη ρωσική και αρμενική απόσυρση στην ανατολική Τουρκία. Όμως οι ευθύνες ανήκουν στους Νεότουρκους που κυβέρνησαν για χρόνια με σκοπό την εθνοκάθαρση της αυτοκρατορίας από τα μη τουρκικά στοιχεία. Το υπόλοιπο της εισαγωγής του Κοτζαχάνογλου είναι προβλέψιμο: οι Αρμένιοι ήταν προδότες, η αυτοκρατορία έπρεπε να προστατευθεί και παρόμοια παιδαριώδεις επιχειρήματα. Ο Οσμάν Σελίμ Κοτζαχάνογλου σαφώς ελπίζει ότι οι αναγνώστες δεν θα προχωρήσουν πέρα από την εισαγωγή, διότι αν προχωρήσουν, θα συνειδητοποιήσουν ότι είναι ένα κραυγαλέο ψέμα να λέει ότι δεν υπήρξε καμία αρμενική σφαγή.

Η αρμενική γενοκτονία δεν μπορεί να παραμεριστεί με τέτοια επιχειρήματα, δηλαδή οι ότι Αρμένιοι επαναστάτησαν, ότι ήταν προδότες, ότι σκότωσαν επίσης Τούρκους ή ακόμα και με το παιδαριώδεις επιχείρημα «ότι μερικά πράγματα συνέβησαν κατά τη διάρκεια εκείνων των ετών και από τις δυο πλευρές» (bazı şeyler oldu ο zamanlar her iki taraftan), όπως κάπως απερίφραστα υποβάλλεται από πολλούς ακαδημαϊκούς, πολιτικούς και δημοσιογράφους στην υπηρεσία του τουρκικού κράτους. Τα προβλέψιμα επιχειρήματα του Κοτζαχάνογλου είναι βασικά σχεδόν ίδια με εκείνους τους ακαδημαϊκούς που υποστηρίζουν την επίσημη θέση.

Η δεύτερη μέθοδος που χρησιμοποιεί ο Κοτζαχάνογλου είναι η προσπάθεια αμαύρωσης του Αχμέτ Ρεφίκ. Ο Κοτζαχάνογλου ισχυρίζεται ότι ο Αχμέτ Ρεφίκ έγραψε εκείνο το βιβλίο σε μια περίοδο όπου η εχθρότητα ενάντια στην κυβέρνηση Ιττιχάτ - που είχε τραπεί σε φυγή - ήταν της μόδας και ίσως για να εξυπηρετήσει τους «εισβολείς» στην Κωνσταντινούπολη. Αν και δεν το λέει καθαρά, ο Κοτζαχάνογλου φαίνεται να κατηγορεί τον Αχμέτ Ρεφίκ για προδοσία – ως συνηθίζεται σε παρόμοιες περιπτώσεις - και ισχυρίζεται ότι ο Αχμέτ Ρεφίκ κυνηγούσε κάποια υψηλή θέση στον κρατικό μηχανισμό. Εδώ θα ήθελα να σημειώσω ότι η γλώσσα του Αχμέτ Ρεφίκ είναι ποιητική, και κατά περιόδους στοργική, όχι συμφεροντολογική όπως αφήνει να εννοηθεί ο Κοτζαχάνογλου. Ενώ οι παρατηρήσεις του Αχμέτ Ρεφίκ περί αρμενικών σφαγών και η κριτική του της διεφθαρμένης κυβέρνησης Ιττιχάτ, σύμφωνα με τον Κοτζαχάνογλου δεν είναι αντικειμενικές, ως δια μαγείας οι παρατηρήσεις του ιδίου περί αρμενικών αγριοτήτων ενάντια σε Τούρκους είναι αντικειμενικές. Αυτό είναι το επίπεδο ακαδημαϊκής εργασίας στην Τουρκία, ακόμα και σήμερα.

Το μεγαλύτερο τμήμα του βιβλίου μπορεί να εκληφθεί ως κριτική της κυβέρνησης των Νεότουρκων σαν μια δολοφονική, ανάρμοστη, διεφθαρμένη και δεσποτική κυβέρνηση. Αν και μπορεί να δημιουργηθεί τουλάχιστον στον τούρκο αναγνώστη ότι Αχμέτ Ρεφίκ υπερβάλλει στην κριτική του της νεοτουρκικής κυβέρνησης, η καταστροφή πολλών κοινοτήτων (συμπεριλαμβανομένου και της τουρκικής) λόγω της πολιτικής της κυβέρνησης Ιττιχάτ είναι ένα θέμα ιστορικής αλήθειας παρόλο πού στα χρόνια της Τούρκικης Δημοκρατίας το κράτος προσπάθησε να κρύψει αυτήν την αλήθεια σχετικά με την κυβέρνηση των Νεότουρκων. Ακόμη και στο δεύτερο μέρος του βιβλίου, περί Αρμενίων, η κριτική των πολιτικών του Ιττιχάτ αποτελεί ένα μεγάλο τμήμα.

Ίσως το βιβλίο του Αχμέτ Ρεφίκ έπρεπε να έφερνε τον τίτλο «Ιττιχάτ και Τερακκή» (Ένωση και πρόοδος) επειδή η δύναμη του βιβλίου του βρίσκεται στις παρατηρήσεις του σχετικά με τις καταστροφικές πολιτικές της κυβέρνησης Ιττιχάτ και το βασίλειο του τρόμου που επέβαλλε. Εν τούτοις, θέλησε επίσης να επισημάνει την έκβαση αυτής της ταραχώδους περιόδους κατά τη διάρκεια του παγκόσμιου πολέμου. Υπάρχει ένα σημείο που συμφωνώ με τον Κοτζαχάνογλου, ο Αχμέτ Ρεφίκ πράγματι αντιφάσκει σε μερικά σημεία. Παραδείγματος χάριν, ο Αχμέτ Ρεφίκ υποστήριξε ότι Έλληνες και Αρμένιοι απέφευγαν τη στρατιωτική θητεία με δωροδοκίες και όμως αλλού δηλώνει ότι Έλληνες και οι Τούρκοι έτρωγαν «μπόμποτα», ένα μείγμα άχυρου και σίτου ως ψωμί ενώ οι φίλοι του Ιττιχάτ καλοπερνούσαν, και ότι Έλληνες και οι Τούρκοι υπέφεραν ίδια κάτω από την κυβέρνηση Ιττιχάτ.

Τέλος, είναι σημαντικό να επισημανθεί ότι Αχμέτ Ρεφίκ αποδοκίμαζε τις αντιδραστικές ιδέες του τουρανισμού και παντουρκισμού. Κατηγόρησε επίσης τους Γερμανούς για τις αρμενικές σφαγές. Θεωρούσε ότι Γερμανοί θα μπορούσαν να έχουν σταματήσει τις σφαγές, εάν το επιθυμούσαν.

Πρέπει να είμαστε προσεκτικοί και να μην θεωρήσουμε τον Αχμέτ Ρεφίκ αυτόπτη μάρτυρας οποιωνδήποτε σφαγών · δεν ήταν. Εργαζόταν ως κρατικός υπάλληλος όταν θεσπίστηκε η πολιτική των αρμενικών εκτοπίσεων και είδε την ερήμωση της πόλης Εσκίσεχηρ και άλλων πόλεων. Το βιβλίο του Αχμέτ Ρεφίκ αποτελεί έναν πολύτιμο απολογισμό των δολοφονικών τάσεων στους κόλπους του Ιττιχάτ από ένα άτομο που είχε αρχικά πιστέψει σε αυτό το κόμμα όπως άλλωστε και πολλές μειονότητες. Αχμέτ Ρεφίκ συνομίλησε επίσης με το δολοφόνο Τσερκές Αχμέτ που του καυχήθηκε ότι δολοφόνησε βάναυσα αρμένιους βουλευτές. Στην εισαγωγή του Αχμέτ Ρεφίκ δήλωσε προφητικά ότι «εκατό χρόνια από τώρα, αυτό το μικρό βιβλίο θα αποτελεί ένα έγγραφο για τον ιστορικό και θα παρουσιάσει την αλήθεια σε όλη της την τραγωδία». Δεν έχουν περάσει ακόμη 100 χρόνια, όμως 90 χρόνια μετά από τη γενοκτονία των Αρμενίων, Ασσυρίων και Ελλήνων, το τουρκικό κατεστημένο δεν φαίνεται ακόμη έτοιμο να αναγνωρίσει αυτήν την πραγματικότητα.

Ετικέτες

21 Δεκεμβρίου 2008

ΣΥΝΑΡΓΑΣΙΑ ΤΟΥΡΚΩΝ ΜΕ ΡΩΣΟΥΣ ΕΘΝΙΚΙΣΤΕΣ

Γρηγόρης Κεσίσογλου*
anatoli@hol.gr

Τους ενώνει το όραμα για μια αυτοκρατορία


«…Η Τουρκία δεν έχει την παραμικρή βοήθεια από την Ε.Ε. Θεωρώ ωφέλιμο για την Τουρκία να βρίσκεται σε μία αναζήτηση που θα περιλαμβάνει την Ρωσική Ομοσπονδία και το Ιράν».
Τα λόγια αυτά ειπώθηκαν στις 6 Μαρτίου 2002, σ’ ένα συμπόσιο που οργάνωσε η Διοίκηση Ακαδημιών Πολέμου του τουρκικού στρατού και ανήκουν στον αντιστράτηγο Τουντζέρ Κιλίντς, τον τότε Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας.
Η δήλωση έκανε μεγάλη αίσθηση τότε, ως προς τους στρατηγικούς προσανατολισμούς της Τουρκίας. Στο θέμα είχε αναφερθεί και η «Ανατολή», επισημαίνοντας την ύπαρξη κύκλων στην Τουρκία που επιδιώκουν την απομάκρυνση της χώρας από το δυτικό στρατόπεδο.
Οι αποκαλύψεις στην υπόθεση της παρακρατικής οργάνωσης «Εργκενεκόν», απέδειξαν ότι οι δηλώσεις Κιλίντς δεν ήταν τυχαίες. Στα έγγραφα της δικογραφίας γίνονται αναφορές σε ένα όνομα, που προκαλεί εντύπωση. Πρόκειται για τον Ρώσο Alexandr Dugin.
Ο Alexandr Dugin, εμφανίζεται ως φιλόσοφος και πολιτικός επιστήμων, ακροδεξιών πολιτικών απόψεων. Για ένα διάστημα συμμετείχε στην ρατσιστική οργάνωση Pamyat και σε άλλες εθνικιστικές οργανώσεις της Ρωσίας. Με τα άρθρα, τα βιβλία και τις ομιλίες του απέκτησε δημοσιότητα. Το 2002 ίδρυσε το «Διεθνές Ευρασιατικό Κίνημα» και παρουσιάστηκε ως θωρητικός της Ευρασιατικής στρατηγικής.
Η θεωρία του τον έφερε κοντά στους κύκλους της Τουρκίας, που αυτοχαρακτηρίζονται «συμμαχία της Κόκκινης Μηλιάς». Η «συμμαχία» αυτή ήταν ο ιδεολογικός βραχίωνας της παρακρατικής οργάνωσης «Εργκενεκόν». Μάλιστα, ο Dugin που στα πρώτα βιβλία του θεωρούσε εχθρό την Τουρκία, στη συνέχεια άλλαξε στάση και άρχισε να υποστηρίζει τον «άξονα Μόσχας – Άγκυρας κατά του ιμπεριαλισμού».

Ο Ρώσος σύμμαχος των Τούρκων εθνικιστών

Ο Alexandr Dugin όταν έγιναν οι συλλήψεις των κατηγορουμένων για συμμετοχή στην οργάνωση «Εργκενεκόν» δήλωσε: «Οι συλλήψεις αυτές είναι πρόκληση για την Ρωσία. Η επιχείρηση που γίνεται στην Τουρκία, στρέφεται κατά ενός κύκλου φιλικού στην Ρωσία.. Τα άτομα που συλλήφθηκαν στην υπόθεση Εργκενεκόν, είναι εκπρόσωποι του αντι-ΗΠΑ λόμπι. Αυτοί οι άνθρωποι ήθελαν η Τουρκία να εγκαταλείψει τις φιλοαμερικανικές πολιτικές και να προσεγγίσει την Ρωσία. Εδώ το πειστήριο του εγκλήματος ήταν η αντίθεση τους στο ΝΑΤΟ. Γι’ αυτό οι φιλοΝΑΤΟικές δυνάμεις έδρασαν για να τους απομακρύνουν από την κοινωνία…»
Ο Dugin αρνήθηκε οποιαδήποτε σχέση με την σύσταση της οργάνωσης «Εργκενεκόν», όμως παραδέχτηκε ότι είχε προσωπικές σχέσεις με πολλούς από τους συλληφθέντες. Αναφέρθηκε επαινετικά για τις πρωτοβουλίες του υποστράτηγου Βελή Κιουτσούκ μέσα στον τουρκικό στρατό, για την στροφή της Τουρκίας προς την Ρωσία. Υπερασπίστηκε τον πρόεδρο του εθνικιστικού Εργατικού Κόμματος Ντογού Περιντσέκ, ο οποίος μάλιστα κατέχει μία συμβολική θέση στο «Διεθνές Κίνημα Ευρασίας».
Να υπενθυμίσουμε ότι ο Βελή Κιουτσούκ είναι ο στρατιωτικός που οργάνωσε τις παραστρατιωτικές συμμορίες, οι οποίες κατηγορούνται για τις ανεξιχνίαστες δολοφονίες χιλιάδων αμάχων.

Ο πλασιέ της Ευρασιατικής στρατηγικής

Ο Dugin το 2004 ως προσκεκλημένος του τότε πρύτανη του Πανεπιστημίου Κωνσταντινούπολης Κεμάλ Αλεμντάρογλου (σήμερα είναι προφυλακισμένος για την υπόθεση «Εργκενεκόν») έδωσε διάλεξη για την θεωρία του Ευρασιατικής στρατηγικής. Στην ομιλία του συμμετείχε ο Ντογού Περιντσέκ (προφυλακισμένος και αυτός για την ίδια υπόθεση) και ο απόστρατος αντιστράτηγος Τουντζέρ Κιλίντς!
Όπως φαίνεται οι θεωρίες του Dugin στην Τουρκία είχαν βρει τους κατάλληλους αποδέκτες.
Ο ίδιος σε συνέντευξη του στην ιστοσελίδα www.inosmi.ru μεταξύ άλλων είπε για το βιβλίο του «Τα θεμέλια της γεωπολιτικής – Η Ρωσική Γεωπολιτκή»: «Πριν πέντε – έξη χρόνια συνέβη ένα γεγονός που με ξάφνιασε, αυτό το βιβλίο είχε μεταφραστεί στα τουρκικά. Από τότε διαδάσκεται στις στρατιωτικές σχολές της χώρας αυτής. Γνωρίστηκα με πολλούς αξιωματικούς του τουρκικού στρατού που είχαν διδαχθεί το βιβλίο μου».

Η Ρωσικές διασυνδέσεις της Εργκενεκόν

Η Ρωσική εφημερίδα Komersant αφιέρωσε εκτενές άρθρο στις διασυνδέσεις μεταξύ των πρωταγωνιστών της οργάνωσης Εργκενεκόν και της Ρωσίας. Εκτός των άλλων αναφέρεται στον απόστρατο στρατηγό Σενέρ Ερουϊγκούρ, ο οποίος αποδεχόμενος Ρωσικές επιρροές πρότεινε την αποχώρηση της Τουρκίας από το ΝΑΤΟ και την ένταξη της στην «Συνεργασία της Σαγκάης». Σε αυτήν συμμετέχουν η Ρωσία, η Κίνα, το Καζαχστάν, η Κιργιζία, το Τατζικιστάν και το Ουζμπεκιστάν. Πρόκειται για μία πρωτοβουλία που εμφανίστηκε το 1996, ως προσπάθεια δημιουργίας μίας αντι-ΝΑΤΟικής συμμαχίας στην Ασία. Έχει στόχο την αναχαίτιση της επιρροής των ΗΠΑ στην αχανή περιοχή που καλύπτουν τα μέλη της Συνεργασίας.
Η εφημερίδα Komersant επίσης ισχυρίστηκε ότι οι Ρωσικές μυστικές υπηρεσίες παρενέβαιναν στις υποθέσεις της Τουρκίας, χρησιμοποιώντας ως ενδιάμεσο τον Dugin.
Ακόμη και η ανακάλυψη στη Μόσχα του υποστράτηγου Ισμαήλ Χακκί Σοϊγκενίς, ο οποίος καταζητείται στα πλαίσια της υπόθεσης «Εργκενεκόν», συσχετίστηκε με τις Ρωσικές διασυνδέσεις της παρακρατικής οργάνωσης.

Ταύτιση οραμάτων Ρώσων και Τούρκων εθνικιστών

Το «κίνημα της Ευρασίας» που προωθεί ο Dugin, σύμφωνα με τον έγκυρο Τούρκο δημοσιογράφο Τζενγκίζ Τσαντάρ, όταν ιδρύθηκε το 2002 είχε την οργανωτική και οικονομική υποστήριξη του Βλαδίμιρ Πούτιν. Ο οποίος στη συνέχεια φαίνεται να πήρε αποστάσεις από τον Dugin, οι θεωρίες του οποίου ήταν τουλάχιστον άβολες για τον πραγματιστή Πούτιν.
Ο Dugin έχει ως όραμα του την δημιουργία μίας στρατηγικής συμμαχίας της Ρωσίας με την Ευρώπη και τις χώρες της Μέσης Ανατολής, κυρίως το Ιράν. Το μέτωπο της συμμαχίας θα είναι κατά των ΗΠΑ και του ατλαντισμού.
Ο Τσαντάρ γράφει: «Εμείς αυτές τις ιδέες τις έχουμε ακούσει από τον Γεν. Γραμματέα του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας Τουντζέρ Κιλιντς και γι αυτό δεν μας είναι ξένες». Όμως ο αρθρογράφος παραθέτει και την εκδοχή η πατρότητα αυτών των θεωριών να ανήκει στους Τούρκους θεωρητικούς της «Κόκκινης Μηλιάς». Γράφει: «Ο Ιλχάν Σελτσούκ (σ.σ. και αυτός κατηγορείται για συμμετοχή στην «Εργκενεκόν») από το 1992 είχε γράψει για την «Κόκκινη Μηλιά», ακριβώς δέκα χρόνια πριν εκδηλωθεί το κίνημα της Ευρασίας του Dugin. Η «Κόκκινη Μηλιά» του Ιλχάν Σελτσούκ ταιριάζει σε μεγάλο βαθμό με τις απόψεις του Dugin…»
Να σημειώσουμε ότι ο Ιλχάν Σελτσούκ είναι αρχισυντάκτης της κεμαλικής εφημερίδας Τζουμχουριέτ.

Μία θεωρία με προϊστορία

Ένας άλλος που διεκδικεί την πατρότητα της θεωρίας του «Ευρασιατικού κινήματος» είναι ο Ντογού Περιντσέκ. Αυτός δηλώνει «…εγώ είμαι ο θεωρητικός του Ευρασιατικού κινήματος. Διότι από το 1996, όταν ακόμη δεν είχε εμφανιστεί ο Dugin, είχα οργανώσει διαλέξεις για το θέμα».
Σύμφωνα με τον Περιντσέκ το Διεθνές Ευρασιατικό Κίνημα που ιδρύθηκε στη Μόσχα, είναι η συνάντηση των Ευρασιατικών κινημάτων που αναπτύσσονται στην Τουρκία και την Ρωσία.
Αλλά κάποιοι ερευνητές, όπως ο Βισνέ Κορκμάζ που εργάζεται στο Πανεπιστήμιο Γιλντίζ της Τουρκίας ισχυρίζεται ότι το «κίνημα» έχει την αφετηρία του στο 1921. Αποδίδει την σύλληψη της «Ευρασιατικής στρατηγικής» στην Ρωσική πολιτική σκέψη που επεδίωκε την αναβίωση της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, μέσα στο νέο διεθνές πλαίσιο. Κατά τον ερευνητή η Ευρασιατική θεωρία παρέμεινε για μία μακρά περίοδο στην αφάνεια και επανήλθε στο προσκήνιο την δεκαετία του ’90.

Ευρασιατική αυτοκρατορία εναντίον Τουράν

Αξίζει να εξετάσουμε και τις απόψεις του Dugin, όπως καταγράφονται στην εισαγωγή του βιβλίου του «Η Ρωσική γεωπολιτική». Γράφει:
«…Από θέση αρχής η Ευρασία είναι ο δικός μας χώρος, η Ρωσική γη είναι ο τόπος που θα ξεκινήσει μία νέα αντι-μπουρζουά, αντι-αμερικανική επανάσταση. Η νέα Ευρασιατική αυτοκρατορία θα ιδρυθεί στη βάση της αρχής του κοινού εχθρού. Είναι η άρνηση να μας κυβερνήσει ο ατλαντισμός. Είμαστε κατά του στρατηγικού ελέγχου των ΗΠΑ…»
Όμως στο ίδιο βιβλίο γράφει και τα εξής: «Πρέπει να υψώσουμε ένα τοίχο παρεμπόδισης κάθε σχεδίου τουρανικής ενοποίησης, που είναι αντίθετη στην γεωπολιτική της Ευρασίας. Σε όλη την έκταση του τουρκικού χώρου θα πρέπει να επιδιώξουμε τον κατακερματισμό του σε τοπικές, αυτόνομες οντότητες…»
Ακόμη υποστηρίζει το αυτονομιστικό κίνημα των Κούρδων της Τουρκίας, την συμμαχία Κούρδων και Αρμενίων, την υποστήριξη της Κύπρου κατά της τουρκικής κατοχής κ.α.

Αλλαγή λόγω σκοπιμότητας

Ο Dugin, αργότερα και με την επίδραση του πρέσβη Αλμπερτ Τσερνίσεβ άλλαξε στάση κι άρχισε να εκφράζεται φιλικά προς την Τουρκία. Ο Χακάν Ακσάϊ στην εφημερίδα Ταράφ υποστηρίζει τα εξής:
«…Αυτή η «φιλία» βασίζεται στην «από κοινού έκφραση της εχθρότητας» κατά κάποιων. Πρόκειται για τακτικό ελιγμό. Ο Dugin που ακόμη προχτές έγραφε «στην διάρκεια της ιστορίας η Τουρκία που ελέγχει τα Στενά ήταν το εμπόδιο στην διεθνή κυριαρχία της Ρωσίας», τώρα προσπαθεί να τραβήξει κοντά του «τον μικρό εχθρό», προς το παρόν το παίζει φίλος, για να τον χρησιμοποιήσει κατά του «μεγάλου εχθρού» που είναι οι ΗΠΑ… Από την άλλη ο Ντογού Περιντσέκ που μισούσε την Ρωσία και την χαρακτήριζε «σοσιλφασιστική» άρχισε να τρέφει θερμά συναισθήματα για παρόμοιους λόγους…»

Ποιός χρησιμοποίησε ποιόν;

Η συμμαχία μερίδας Ρώσων εθνικιστών με Τούρκους ομολόγους τους είναι ένα γεγονός περάν πάσης αμφιβολίας. Τους ένωσε η εχθρότητα κατά των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε. όμως η κάθε πλευρά είχε τις δικές της επιδιώξεις.
Το περιοδικό Aksiyon ρώτησε τον Ντογού Περιντσέκ «γιατί αντί της συμμετοχής σε μία κίνηση που υποκρύπτει την ιδέα μίας Ρωσικής αυτοκρατορίας, δεν ανέπτυξε την ιδέα για Τουρκική αυτοκρατορία».
Η απάντηση του ήταν: «Οι Ευρασιάτες δεν είναι φαντασιόπληκτοι αλλά ρεαλιστές. Όσο πιο πολύ η Ρωσία εναντιώνεται στην επέκταση των ΗΠΑ, αυτό είναι τόσο περισσότερο υπέρ της Τουρκίας. Και συνεχίζει, «εμείς δεν επιδιώκουμε την δημιουργία αυτοκρατορίας… στην πραγματικότητα η Ευρασία είναι μία τουρανική αυτοκρατορία χωρίς ρατσιστικές διακρίσεις…», υπονοώντας την τουρανική καταγωγή των λαών της Ευρασίας, όπως υποστηρίζουν οι ακραίοι Τούρκοι εθνικιστές.
Βέβαια όσοι στην Τουρκία βλέπουν τον κόσμο χωρίς τα παραμορφωτικά γυαλιά του εθνικισμού, μάλλον ειρωνικά αντιμετωπίζουν αυτή τη συμμαχία. Ο Χακάν Ακσάϊ στην εφημερίδα Ταράφ γράφει «φάνηκε ότι αυτοί που ισχυρίζονται ότι το Ευρασιατικό κίνημα είναι η ασφάλεια για την προστασία της εθνικής ανεξαρτησίας που απειλείται, δεν γνώριζαν τίποτα για τα χαρακτηριστικά του κινήματος».
Ο Τζενγκίζ Τσαντάρ στην Ραντικάλ έγραψε: «αυτοί της Εργκενεκόν που συνεργάζονται με τον Ρωσικό εθνικισμό και επεκτατισμό δεν είναι και τόσο «πατριώτες» όσο ισχυρίζονται… Αντιλαμβάνομαι ότι ακόμη δεν έχει λήξει η «περίοδος χρήσης» κάποιων τάσεων, οργανώσεων και ατόμων στην Τουρκία από το Ρωσικό κράτος».
Εμείς να προσθέσουμε ότι σε αυτή τη «χρήση» δεν θα μπορούσαν να μείνουν αδιάφορες οι υπηρεσίες των ΗΠΑ και άλλων δυτικών κρατών. Οι οποίες πρέπει να έπαιξαν κάποιο ρόλο στην εξάρθρωση μερίδας της παρακρατικής οργάνωσης «Εργκενεκόν». Κυρίως αυτής που εκτέθηκε με τις αντιδυτικές δηλώσεις και ενέργειες της.


Δημοσιεύτηκε στο τεύχος 62/Οκτώβριος 2008 της εφημερίδας «Ανατολή»

Ετικέτες

18 Δεκεμβρίου 2008

    

Οι Γεζίντι: Μια ξεχασμένη μειονότητα 

Δρ. Ράτσος Άγγελος Ντόνεφ 

Σύμφωνα με μια τουρκική παροιμία, στην Τουρκία υπάρχουν 66.5 εθνότητες («Türkiye’de 66.5 millet var»). Ο αριθμός των εθνοτήτων που αποτελούν το εθνικό μωσαϊκό στην Τουρκία δεν είναι εξακριβωμένο. Ο ανθρωπολόγος Peter Andrews έχει επισημάνει 47 εθνοτικές ομάδες.1 Αυτό που είναι σίγουρο όμως είναι ότι παρά την πολιτική της αφομοίωσης, υπάρχουν ακόμη σημαντικές μειονότητες στην Τουρκία; τουρκόφωνες, τουρκογενείς, χριστιανικές, αλλόθρησκες και άλλες. Οι Γεζίντι αποτελούν ένα παρά πολύ μικρό κομμάτι αυτού τού μωσαϊκού της Τουρκίας και κινδυνεύουν να εξαφανιστούν τελείως από τον εθνοτικό χάρτη. Λίγα είναι γνωστά σχετικά με τους Γεζίντι. Το άρθρο αυτό αποτελεί μια συνοπτική εισαγωγή σ’αυτήν την άγνωστη εθνoτική, ή μάλλον εθνο-θρησκευτική ομάδα. 


Ποιοι είναι οι Γεζίντι; Κατ’αρχήν θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι Γεζίντι είναι κουρδόφωνοι. Έχουν όμως την συνείδηση ότι αποτελούν ένα ιδιαίτερο κομμάτι του κουρδικού πληθυσμού. O αείμνηστος τούρκος ερευνητής Erol Sever σε συνάντηση που είχαμε στην Στοκχόλμη, το 1994, υποστήριζε ότι οι Γεζίντι είναι Ασσύριοι στην καταγωγή. Ο Sever όμως ήταν γνωστός για την συμπάθειά του προς τους Ασσύριους. Η μελέτη του δίνει ιστορικά στοιχεία σχετικά με την καταγωγή τους και περιέχει ένα διάγγελμα από των Εμίρη των Γεζίντι, Ανβάρ Μουβιγιέ, ο οποίος ισχυρίζεται ότι οι Ασσύριοι και οι Γεζίντι ότι έχουν κοινή ιστορία και ότι και οι δυο οι λαοί είναι απόγονοι της Αρχαίας Ασσυριακής Αυτοκρατορίας.2  

Υπάρχουν και άλλες ένδειξης σχετικά με τους δεσμούς των δυο κοινοτήτων. Στο τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου ο Ασσύριος στρατιωτικός ηγέτης Αγά Πέτρος ζήτησε τη δημιουργία ενός αυτόνομου κράτους για τους Ασσύριους και τους Γιεζίντι.3 

Πολλοί χριστιανοί ιεραπόστολοι ταξίδευσαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία τον 19. Αιώνα, στην προσπάθεια τους να προσηλυτίσουν στα δόγματα τους άλλους χριστιανούς (Έλληνες, Ασσύριους, Αρμένιους). Αυτοί οι ιεραπόστολοι, όπως ο Badger και Grant, έγραψαν βιβλία για τα ταξίδια τους όπου μεταξύ άλλων έχουν αναφερθεί και στους Γεζίντι.4 Η προκατάληψη τους σχετικά με αυτήν την μειονότητα είναι διάχυτη στα γραφτά τους. Δυστυχώς έγραψαν ανακρίβειες, ή πιο σωστά τους εξέτασαν από την οπτική γωνιά του χριστιανισμού.  

O George Aryo αναφέρει ότι σύμφωνα με τον μύθο των Γεζίντι. ο Χαλέκ Σαλάμ το 6000 πχ ήταν η αρχική κινητήρια δύναμη, ο δημιουργός Θεός, κάτι σαν τον Κρόνο της Ελληνικής Μυθολογίας. Ο Χαλέκ Σαλάμ δημιούργησε των Ταούς Μαλάχ (Ταώς Άγγελος) τον οποίων λατρεύουν οι Γεζίντι. Οι Γεζίντι αποδέχονται την ύπαρξη του Καλού και του Κακού και αποδέχονται το δικαίωμα της εξ ίσου ύπαρξης των δυνάμεων αυτών.5 

Ο Ταούς Μελέκ (Ταώς Άγγελος) ήταν άγγελος του Θεού, ο οποίος εκδιώχτηκε από τον παράδεισο. Στα μάτια άλλων θρησκειών ο Ταούς Μελεκ είναι ο Σατανάς και έτσι οι Γεζίντι θεωρούνται λάτρες του Σατανά. Όμως οι Χριστιανοί και Μουσουλμάνοι εκτίμησαν το ρόλο της οντότητας που ονομάζουν Σατανά σύμφωνα με τους μυθολογία της δικιάς τους θρησκείας σαν άρχοντα του Κακού. Ο Μελέκ Ταούς μπορεί να θεωρηθεί ο Σατανάς, όμως όχι ο Σατανάς, ως Κύριος του Κακού όπως τον φαντάζονται οι μονοθεϊστικές θρησκείες. 
 

 

Ο Άγγελος Τάως 

Πάντως μέχρι ένα βαθμό έχουν ευθύνη και οι Γεζίντι οι οποίοι πάντοτε προτίμησαν να μην εξηγήσουν την θρησκεία τους και η μυστηριώδεις στάση τους συνέβαλε στην εκτίμηση ότι κάτι έχουν να κρύψουν. Παρόμοια στάση κρατούν και άλλες εθνοθρησκευτικές ομάδες στην Μέση Ανατολή, όπως οι Αλαουϊτες (Νουσάϊρι) και οι Δρούζοι. 

Κατά μια άλλη εκδοχή, οι Γεζίντι πιστεύουν ότι ο Θεός (Αζντά) δημιούργησε τον Μελέκ Ταούς και του ανέθεσε την δημιουργία της γης. Ο Αζντά έπλασε και έξη αγγέλους για να βοηθήσουν τον Μελέκ Ταούς στο έργο του και του έδωσε μια χούφτα σκόνη για να πλάσει τη γη. Ο Μελέκ Ταούς πρώτα έδωσε μορφή στον πρώτο άντρα και στην πρώτη γυναίκα και με το περίσσευμα έπλασε τη γη. 

Όταν τελείωσε, ο Αζντά για να τον δοκιμάσει ζήτησε από τον Μελέκ Ταούς να υπακούει στους ανθρώπους. Ο Μελέκ Ταούς αντιστάθηκε με το σκεπτικό ότι αυτός δημιούργησε τους ανθρώπους και είπε στον Αζντά «εγώ υπακούω μόνο εσένα γιατί είσαι ο δημιουργός μου».6 Αυτή η ανταρσία του στοίχισε την παραμονή του δίπλα στον Άζντα και έτσι εξορίστηκε ο Μελέκ Ταούς. 



Ναός των Γεζίντι στο Ιράκ 

Οι Γεζίντι απεχθάνονται το μπλε χρώμα, όπως και οι Σαββαίοι άλλωστε, και ποτέ δεν αναφέρουν το όνομα του Σατανά. Πάντως οι θρησκεία τους έχει στοιχεία από τον χριστιανισμό, ειδικότερα το δόγμα των Νεστοριανών Ασσυρίων, τον Ισλαμισμό, το Ιουδαϊσμό, τον Μανιχαϊσμό, τον Ζωροαστρισμό και τον Γνωστικισμό. 

Οι Γεζίτνι αντιμετώπισαν διωγμούς στην Οθωμανική Αυτοκρατορία από Τούρκους και Κούρδους. Στην περίοδο της Γενοκτονίας, κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, σφάχτηκαν και Γεζίντι. Δυστυχώς όμως δεν υπάρχουν συστηματικές μελέτες σχετικά με τα δεινά που αντιμετώπισαν οι Γεζίντι εκείνο το διάστημα. Υπάρχουν όμως αρκετές ενδείξεις σχετικά με τη βοήθεια που παρείχαν οι Γεζίντι στους Χριστιανούς που ζητούσαν καταφύγιο από τις σφαγές. 

Ο καθολικός ιερέας Rhétoré που υπηρετούσε στην πόλη Ντιάρμπεκιρ θεωρούσε τους Γεζίντι ως τους μόνους «προστάτες» των χριστανών. Τον Νοέμβρη του 1916 περίπου 600 Αρμένιοι και 200 Ασσύριοι κατέφυγαν στα Βουνά του Σιντζάρ όπου ζούσαν οι Γεζίντι.7 Ενώ Αρμένιος ιστορικός Ράιμοντ Κεβορκιάν επισημάνει ότι 4-5 χιλιάδες Αρμένιοι κατέφυγαν στο Σιντζάρ.8 

Ο συρο-ορθόδοξος (Ασσύριος) επίσκοπος Αρμάλτο στα απομνημονεύματα του σχετικά με την περίοδο της γενοκτονίας επισημάνει ότι οι χριστιανοί που διέφυγαν στην Οροσειρά Σιντζάρ δούλεψαν στα χωράφια των Γεζίντι οι οποίοι μοιράστηκαν την σοδιά μαζί τους.9 Αυτή η πράξη των Γεζίντι «ήταν μια επίδειξη φιλοξενίας αλλά και αίσθημα αλληλεγγύης έναντι θυμάτων που είχαν ίδιους διώκτες».10 

Αποσπάσματα από δυο έγγραφα από τα αρχεία του Γενικού Επιτελείου Στρατού της Τουρκίας αποδείχνουν την από κοινού δράση των Γεζίντι, των Ασσυρίων και των Αρμενίων κατά του Οθωμανικού στρατού το 1915. 

Έγγραφο 111 

Υπουργείο Πολέμου

Γραφείο αλληλογραφίας

Γραμματεία

Κρυπτογράφημα από το διοικητή του τρίτου στρατού Mahmut Kamil Paşa 

15 Νοέμβρη 1915

… 

2. Στην επαρχία της Μοσούλης, οι Αρμένιοι που κατέφυγαν στα Βουνά Σιντζάρ ενώθηκαν με τους γηγενείς Γεζίντι και επικοινώνησαν με τους εξεγερθέντες του Μίντγιατ και τους ζήτησαν να επιμείνουν στην εξέγερσή τους. Ζητούμε μια διαταγή για να κάνουμε ότι είναι απαραίτητο για να τιμωρήσουμε τους [εξεγερθέντες του Μίντγιατ] για την ενθάρρυνση των εξεγερθέντων στα Βουνά Σιντζάρ και την καταστολή της εξέγερσης.

… 

Έγγραφο 212

Ανώτατη Στρατιωτική Αρχή του Αυτοκρατορικού Οθωμανικού Σρατού:

17 Νοέμβρη 1915 

Κρυπτογράφημα από την διοίκηση του Έκτου Στρατού 

Ο διοικητής του τρίτου στρατού αναφέρει ότι οι εξεγερθέντες που επιτέθηκαν στο χωριό Χιέζακ της πόλης Μίντγιατ, στην πρόταση που υποβάλαμε να παραδώσουν τα όπλα τους ανταποκρίθηκαν ανοίγοντας πυρ ενάντια στο απόσπασμα του Ömer Naci Beg.13 Εκατό χιλιόμετρα δυτικά της περιοχής, στο Σιντζάρ, οι Γεζίντι και οι Αρμένιοι είναι αυτήν την περίοδο εν εξέγερση από κοινού. 

... 

Το κρυπτογράφημα έχει μεταφερθεί.  

18 Νοεμβρίου 1915 

Υπογραφή 

Ως εκδίκηση, τον Μάρτιο του 1918, οι Τούρκοι έστειλαν έναν μικρό στρατό για να κατακτήσει την περιοχή Σιντζάρ και να τιμωρήσουν τους Χριστιανούς και τους Γεζίντι. Τα οθωμανικά στρατεύματα αποδείχθηκαν υπερπλυθείς για τους Γεζίντι και προκάλεσαν μεγάλη καταστροφή. Η χριστιανική αποικία που βρήκε καταφύγιο στην οροσειρά υποχρεώθηκε να τραπεί σε φυγή, και οι περισσότεροι Γεζίντι υποχρεώθηκαν να συνθηκολογήσουν. 

Σήμερα οι περισσότεροι Γεζίντι ζουν στο Ιράκ, στην Οροσειρά Σιντζάρ και στην περιοχή ‘Ακρα-Σαϊκάν. Στην Τουρκία ζουν στις πόλεις Μάρντιν, Σίιρτ, Ντιγιάρμπακιρ, Ούρφα και Γκαζίαντεπ. Στην περίοδο της ίδρυσης της Τουρκικής Δημοκρατίας υπήρχαν περίπου εκατό χιλιάδες Γεζίντι.14 Σε ομιλία της η Γεζίντι Μαρία Σίντο το 1987 ανέφερε ότι τότε είχαν μείνει 8000 χιλιάδες Γεζίντι στην Τουρκία και πρόσθεσε ότι «[η] εθνοκτονία σε βάρος της κοινότητας Γεζιτών βρίσκεται στην τελική φάση της ολοκλήρωσης της».15 Ενώ σήμερα δε φαίνεται να ξεπερνούν τους 600. 

Στην Τουρκία δεν υπάρχει καμία νομοθετική κατοχύρωση των θρησκευτικών δικαιωμάτων τους και στα δελτία ταυτότητας, όπου η αναγραφή θρησκείας είναι υποχρεωτική οι αρχές βάζουν ένα κόκκινο Χ , μη αναγνωρίζοντας την θρησκεία των Γεζίντι.  

Η μόνη χώρα όπου οι Γεζίντι αισθάνονται σχετικά ασφαλείς είναι η Αρμενία, όπου ο κουρδόφωνος πληθυσμός ως επί τον πλείστον είναι Γεζίντι.16 Στην Τουρκία, το Ιράκ, το Ιράν και τη Συρία έχουν πάντα καταδιωχτεί ακόμα και από τους Κούρδους. 

Οι Γεζίντι έχουν αυστηρό κώδικα συμπεριφοράς και δεν μπορούν να παντρευτούν άτομα από άλλες θρησκείες. Πρόσφατα στο Ιράκ μια οικογένεια Γεζίντι εκτέλεσε μέλος της οικογένειας που ερωτεύτηκε έναν Σουνίτη Άραβα νεαρό. Ακόμα και οι γάμοι μεταξύ Γεζίντι από διάφορες κάστες απαγορεύονται αυστηρά. Υπάρχουν τρεις κάστες: οι σεΐχηδες, οι φακίρηδες (το ιερατικό σώμα) και το ποίμνιο. Στην Τουρκία οι νεαροί Γεζίντι αντιμετωπίζουν πρόβλημα λόγω μύωσης του πληθυσμού τους και προσπαθούν να βρουν ταίρι στο Ιράκ ή στη Γερμανία όπου υπάρχουν περισσότεροι Γεζίντι απ’ότι στην Τουρκία. Σήμερα πλέον εκτός από την Αρμενία, η μόνη χώρα όπου οι Γεζίντι έχουν ελπίδες ύπαρξης είναι η Γερμανία. Στην Τουρκία όπου έζησαν για πολλούς αιώνες έχουν αμυδρές ελπίδες επιβίωσης. Η συστηματική πολιτική εξόντωσης μειονοτήτων στην Τουρκία συνέβαλε στην εξαφάνιση μιας άλλης γηγενής κοινότητας.

Ετικέτες

17 Δεκεμβρίου 2008

Το μηδέν σαν μακρόβιος επιθανάτιος ρόγχος

Του Στελιου Ραμφου*

Από τις στάχτες της Αθήνας και των άλλων πόλεων της χώρας γεννιέται ένα ερώτημα: Πώς τόσος μηδενισμός σήμερα στην «ευρωπαϊκή» Ελλάδα; Θα ήταν εύκολη η απάντησι, εάν η ιστορία ακολουθούσε προκαθωρισμένα σχήματα· δεν ακολουθεί και γι’ αυτό τα γεγονότα αποκτούν διαστάσεις όχι τόσο αφ’ εαυτών, όσο από συνδυασμούς απείρων μικρών λόγων, που συγκυριακά τους προσδίδουν μοναδικότητα. Ολα παίζονται στην δυνατότητα ενεργοποιήσεως υφισταμένων κοινωνικοπολιτισμικών πλαισίων με τρόπο απροσδόκητο, στον τύπο αληθείας που αναδεικνύομε, ώστε να ξεγυμνώσουμε την κρατούσα «αλήθεια» και «λογική». Εξ ου και ενώ τα γεγονότα επιστρέφουν, η Ιστορία δεν επαναλαμβάνεται. Επομένως δεν σκοπεύω να καταθέσω την «γνώμη» ή «άποψί» μου περιγράφοντας τα διατρέξαντα των τελευταίων ημερών· με ενδιαφέρει η σκέψι να διασώζη τον ζητητικό χαρακτήρα και την ενέργεια που θα ευρύνη τον ορίζοντά τους με νέες δυνητικές προοπτικές.
Αιφνιδιασμένες από τις διαστάσεις που έλαβε ο θάνατος του άτυχου μαθητή σε όλη την επικράτεια, η κοινή γνώμη, η κυβέρνησι, οι πολιτικές ηγεσίες, η ηγεσία του αστυνομικού σώματος, ακόμη προσπαθούν να καταλάβουν. Το μέγεθος της μαθητικής εξεγέρσεως είναι τόσο μεγάλο, ώστε και αυτές οι αντιεξουσιαστικές κινήσεις να δηλώνουν επίσημα ότι δεν πρωτοστάτησαν. Το φαινόμενο δεν ανταποκρίνεται στη συνήθη αντιπολιτευτική πρακτική, οπότε δεν ερμηνεύεται με τα διαθέσιμα αναλυτικά εργαλεία. Αμηχανία και ανησυχία έχουν καταλάβει τους αρμοδίους παράγοντες, ενώ οι δυστυχείς καταστηματάρχες μετρούν αλαφιασμένοι τις ζημιές.
Να καταλάβουμε
Πώς να κατανοήσουμε την εκδικητική βία που απλώθηκε με ταχύτητα πυρκαγιάς και πρωταγωνιστές χιλιάδες θυμωμένα παιδιά ηλικίας 8 έως 18 ετών; Η εξήγησι χρειάζεται όχι τόσο πολιτικούς όρους όσο ποιητικούς και ψυχολογικούς, οι οποίοι τηρουμένων των αναλογιών, μου θυμίζουν τον γαλλικό Μάη του 1968. Τότε η δυσφορία των φοιτητών για ένα πανεπιστήμιο και μια κοινωνία που βυθίζονταν στο τέλμα των αρτηριοσκληρωτικών τους δομών εκφράσθηκε με καταλήψεις και οδοφράγματα, των οποίων η συμβολική ξεσήκωσε αλληλέγγυα το κοινό αίσθημα. Η απωθημένη στις ψυχές και συμβιβασμένη με τα στερεότυπα του αποπετρωμένου συστήματος δυσφορία εκλύθηκε δημιουργικά χάρι στους «λυσσασμένους» φοιτητές του «Κινήματος της 22ας Μαρτίου». Οι φοιτητές αυτοί, χωρίς να το συνειδητοποιούν, έδωσαν συμβολική μορφή στο ζωτικό αίτημα για ουσιαστικότερη δημοκρατία και το εξέπεμψαν χρησιμοποιώντας την παλιά γλώσσα για νέα πράγματα. Για την ακρίβεια «σκηνοθέτησαν» το σχήμα της αντιστάσεως στην κρατική βία στο πνεύμα του προτάγματος μιας συμμετοχικής πολιτείας, προσφέροντας στους πολίτες την δυνατότητα να εξωτερικεύσουν την απωθημένη δυσφορία τους θετικά στο πλαίσιο ενός πλατύτερου νοήματος. «Σκηνοθεσία» και «παράστασι» είχαν στην πνοή τους τέτοια δύναμη, ώστε το σύστημα να χάση την ηθική του νομιμοποίησι και να παραλύση μαζί με τους μηχανισμούς καταστολής και η ιστορία να λήξη με «συμβόλαιο» ενεργού συμμετοχής των πολιτών στο κοινωνικό γίγνεσθαι και ελευθερωτική ανατροπή του ήθους της καθημερινότητος.
Στην δική μας περίπτωσι ο εκρηκτικός μηχανισμός ήταν παρόμοιος αλλά το μήνυμα και ο συμβολισμός του μηδενιστικός. Η είδησι ότι αστυνομικός σκότωσε στα Εξάρχεια ένα γυμνασιόπαιδο λειτούργησε σαν θρυαλλίδα στις ψυχές των μαθητών ξυπνώντας πολύ σκοτεινά ένστικτα για να βγουν σαν προτάσεις. Τα σημερινά παιδιά πιέζονται ασφυκτικά για επιδόσεις χωρίς αντίκρυσμα, το δε μέλλον τους κρίνεται από μια πολιτεία στα μάτια τους ανυπόληπτη, καθώς η ανικανότητα επιβραβεύεται θρασύτατα και η ατιμωρησία βασιλεύει, την αξία αποφασίζουν οι προσωπικές σχέσεις, η δε ζωή αδειάζει από νόημα και κρύβει το κενό πίσω από αστραφτερές βιτρίνες. Η Εκκλησία βουλιάζει σε δεινή πνευματική παρακμή, η Δικαιοσύνη έχει στους κόλπους της κυκλώματα, οι συνδικαλιστές χρησιμοποιούν τα δικαιώματα με τη λογική της διαλύσεως, τη στιγμή που αποτελούν ευκαιρίες αυτοσυνειδησίας, ενώ η διαφθορά ως επηρμένη ευτέλεια καγχάζει μνησίκακα και μας θέλει όλους ίδιους.
Ταυτίσθηκαν με τον μαθητή
Σ’ αυτό το κλίμα ο σπαρακτικός θάνατος έλαβε στις ψυχές των μαθητών συμβολικές διαστάσεις. Αναγνώρισαν ταυτιστικά τον δικό τους θάνατο σαν στερημένη ελπίδα, πράγμα που ενεργοποίησε εκρηκτικά μέσα τους την αγωνία του μηδενός και γύρισε το αίσθημα της αδυναμίας σε βουβή εκδικητική μανία, οπότε άρχισαν να σπάζουν τις βιτρίνες των καταστημάτων και να πυρπολούν τις τράπεζες σαν εμβλήματα μιας ζωής που εννοεί εκ συστήματος να οδηγή ευνουχιστικά σε απορριπτικές συγκρίσεις. Η αγωνία τους απλώθηκε ασυγκράτητα σαν τιμωρός φωτιά στους δρόμους και στις πλατείες των Αθηνών, συμπαρασύροντας τους απανταχού της Ελλάδος ομηλίκους, οι οποίοι έδρασαν από κοινού ταχύτατα και άγρια με τρόπο που μπέρδεψε και πανικόβαλε αρχές και κοινωνία.
Εχει σημασία να αναγνωρίσουμε μια ψυχολογία διαποτισμένη από την συμβολική του θάνατου και της φωτιάς, ψυχολογία τέλους της θετικότητος που εξαπολύει μέσα μας σκοτεινές δυνάμεις και αναγωγικές. Βιώνουμε τον θάνατο εναγώνια και απελπισμένα, ενώ η φωτιά προβαίνει σαν σύμβολο καθαρτήριο και καταστροφικό. Εγκαταλελειμμένοι, νοιώθουμε ψυχικά νεκροί και ένοχοι σε μία διαρκή απειλή, παραπαίουμε μεταξύ εξαρτήσεως και αυταρκείας, οπότε φεύγουμε έντρομοι στην θέα του κόσμου και του εαυτού μας, καθώς η εσωτερική διάσπασι αφήνει τα ένστικτα ανεξέλεγκτα να μας κυκλώνουν σαν χάος.
Το αρνητικό περιεχόμενο του ψυχισμού που εδώ με απασχολεί έχει προϊστορία. Ο νεώτερος μηδενισμός γεννιέται όταν με τον Φίχτε ο Λόγος αρχίζη να παράγεται από ένα απόλυτο υποκείμενο του οποίου η άπειρη βούλησι ακυρώνει την αντικειμενική πραγματικότητα, που τόσο τιμούσε ο Διαφωτισμός. Πλέον ο άνθρωπος έχει χρέος να καταστρέψη όλες τις πεπερασμένες μορφές που τον χωριζουν από την ελευθερία του. Σκοπός της ζωής παύει να είναι η ευδαιμονία και γίνεται η απόλυτη ελευθερία του ανθρώπου, κάτι συνεπαγόμενο τον θάνατο του Θεού. Η εναντίωσι του απεριόριστου «θέλω» προς τον περιορισμό της Φύσης έκανε τον μηδενισμό ευπρόσδεκτο στην Ρωσία εν είδει εξεγέρσεως εναντίον τού τσαρικού δεσποτισμού και όλων των αθλιοτήτων που συντηρούσε και εξέτρεφε. Για τους αναρχικούς μηδενιστές τύπου Νετσάγιεφ, η τάξι ήταν έγκλημα, η καταστροφή δημιουργία και η τρομοκρατία αυτοσκοπός. Η κυριαρχία του αυτόνομου αισθήματος στην συνείδησι βρήκε πρόσφορο εδαφος στον αρνησίκοσμο μυστικισμό της Ορθοδοξίας και διά της αφιλαυτίας ανήγαγε το ένστικτο, σε υπέρλογο σκοπό.
Πέρα από τον μηδενισμό
Στην Ελλάδα ο μηδενισμός τούτος δεν είχε απήχησι. Το βάρος της τυποτελετουργικής θρησκευτικότητας δεν άφηνε περιθώρια στο αίσθημα να αναπτυχθή αυτοδύναμα, ενώ ο Διαφωτισμός δεν πέτυχε ισχυρή διεισδυτικότητα, για να ελευθερώση μαζί με το άτομο και την εσωτερική του ζωή. Μας κατέχει ένα αίσθημα υπερβατικού, με περιεχόμενο τον εαυτό του, αίσθημα το οποίο εσωτερικεύουμε σαν μελαγχολικό καημό, μας ωθεί δε σε ανοιχτή σύγκρουση με τον καθολικό λόγο του φυσικού κόσμου και του κρατικού θεσμού, για να μας συσπειρώσει στους δεσμούς τόπου (πατρίδα), αίματος (οικογένεια) και κοινής μοίρας (θρησκεία). Αφ’ ης στιγμής όμως με τον κοινωνικό εκσυγχρονισμό η ανάπτυξι της ατομικότητας έκανε χωρητικότερη την συνείδησι και ικανή να έχη περιεχόμενο τη δική της θετικότητα ή το δικό της κενό, δημιουργήθηκαν οι προϋποθέσεις για ένα μεταχρονολογημένο ιθαγενή μηδενισμό. Αυτό αξίζει να το κρατήσωμε.
Πρόκειται για στοιχείο νευραλγικό, στην πνευματική αξιοποίησι του οποίου θα μπορούσε να στηριχθή ένας αξιόλογος νεοελληνικός πολιτισμός, του οποίου οι θεσμοί να υπολογίζουν και το αίσθημα, ώστε να μην απωθήται ως αγωνία εγκαταλείψεως αρνητικά. Ως γνωστόν η ανατολική χριστιανική παράδοσι αρνείται στον ασκητικό πυρήνα της τον πολιτισμό, αφού θέλει να σώζεται ο άνθρωπος εκτός κόσμου. Αντιθέτως η δυτική χριστιανοσύνη άρχισε τον 12ο αιώνα να συμφιλιώνεται με τον φυσικό κόσμο και να περιλαμβάνει στα μέσα για την εξύψωση του ανθρώπου τον παράγοντα του πολιτισμού. Με τον πολωτικό ψυχισμό που διαμορφώνει η εσχατολογική πίστι της Ορθοδοξίας, τα αισθήματα της υπερβατικής λυτρώσεως και η δίψα της θείας δικαιοσύνης τρέπονται εύκολα σε παράφορη αποκαλυπτική πεποίθησι που κάνει τον άνθρωπο υπερευαίσθητο με τον εαυτό του και τρυφερό με την καταστροφή. Το δείχνει το ρωσικό προηγούμενο του 19ου αιώνα και το απιρρωνύουν οι φωτιές των Αθηνών – μεταπολιτευτικό παραπροϊόν συνδυασμού ιδεολογικής ορμής και πνευματικής ένδειας, που συν τω χρόνω μετατράπηκε σε αγωνιώδες άρπαγμα από τον δικό του μακρόβιο επιθανάτιο ρόγχο.
* Ο κ. Στ. Ράμφος είναι συγγραφέας.
Kλείσιμο
Hμερομηνία : 14/12/08
Copyright: http://www.kathimerini.gr
s.pageName="kathimerini/print/101";
s.server="server007";
s.channel="kathimerini";
s.hier1="kathimerini/print";
s.prop1="print";
var s_code=s.t();if(s_code)document.write(s_code)

s.pageName="kathimerini/print/101";
s.server="server007";
s.channel="kathimerini";
s.hier1="kathimerini/print";
s.prop1="print";
var s_code=s.t();if(s_code)document.write(s_code)

9 Δεκεμβρίου 2008

Οι "Τούρκοι" Ορθόδοξοι στην περίοδο του
Ελληνοτουρκικού πολέμου

του Γιώργου Μπατζά


Ανάλογο με το φαινόμενο των Κρυπτοχριστιανών είναι και το φαινόμενο των Σαββατιανών, των λεγόμενων Τούρκο-Εβραίων ή όπως αλλιώς τους ονομάζουμε "ντονμέδες." Στην περίπτωση των μειονοτήτων της Τουρκίας θα προσπαθήσουμε να κάνουμε ένα διαχωρισμό για να ξεκαθαρίσουμε το πώς αισθάνονται εντός της Τουρκίας αυτό το σύνολο των ανθρώπων. Παρατηρούμε ότι σε όλη τη διάρκεια της Τουρκικής Δημοκρατίας, οι Σαββατιανοί έχουν τουρκική εθνική συνείδηση όπως και το απέδειξαν στην πορεία των ογδόντα χρόνων, με τη μόνη διαφορά το θρήσκευμα τους είναι διαφορετικό από το σύνολο των μουσουλμανικών πληθυσμών και έχουν μουσουλμανικά ονόματα. Έτσι μπορούμε να αποδεχτούμε ότι το ίδιο ισχύει και για τους Κρυπτό-χριστιανούς του Πόντου. Εάν προσπαθήσουμε να δώσουμε μια ερμηνεία με τα σημερινά δυτικά πρότυπα πάνω σε αυτές τις δυο μειονότητες και κυρίως στην περίπτωση των Κρυπτο-χριστιανών θα καταλήξουμε στο αποτέλεσμα του συλλογισμού μας ότι αυτοί θα μπορούσαν να διατηρήσουν τα πολιτισμικά τους χαρακτηριστικά έχοντας παράλληλα δυο εθνικές πολιτισμικές ταυτότητες. Δηλαδή, την εθνική ταυτότητα (ust-kimlik) ούτως ώστε να θεωρούνται Τούρκοι αλλά να διατηρούν και την υπό-εθνοτική (alt-kimlik) τους ταυτότητα της Ποντιακής τους κοινότητας. Αυτή η εκδοχή σήμερα πλέον είναι εφικτή για της εν λόγω μειονότητες, με το αναφαίρετο δικαίωμα του αυτό-προσδιορισμού της ταυτότητας. Τι σημαίνει για αυτούς να αισθάνονται Τούρκοι; Θα σημάνει ότι τους δίνεται η δυνατότητα να συμμετέχουν στη νομή της εξουσίας, στο σχεδιασμό, στη χάραξη στρατηγικής κτλ. Συνεπώς αν λάβουμε ως δεδομένο αυτόν τον συλλογισμό, τότε αυτοί οι άνθρωποι αισθάνονται ότι η πατρίδα τους είναι η Τουρκία με προϋπόθεση ότι έχουν και τη δεύτερη ταυτότητα τους την υπό-εθνοτική.
Κάπως έτσι ήταν το σχέδιο του Παπά-Ευθύμ ο οποίος απευθύνονταν πρώτα στους τουρκόφωνους Ρωμιούς της Καππαδοκίας και του Πόντου. Τότε ο βασικός σκοπός του ήταν η παραμονή των χριστιανών της Καππαδοκίας στις εστίες τους με την προϋπόθεση να αποδεχτούν ότι είναι "Τούρκοι" ορθόδοξοι χριστιανοί. Το συγκεκριμένο σχέδιο του Παπά-Ευθύμ το αποδέχτηκαν και οι κεμαλικοί εθνικιστές κάνοντας μια παρέκκλιση από τις βασικές τους αρχές που φυσικά μια από αυτές ήταν ο εκτουρκισμός της Ανατολής. Αν υποθέσουμε ότι αυτή η παρέκκλιση του Κεμάλ, από τις εθνικιστικές του αρχές απέβλεπε στην αποδυνάμωση του Οικουμενικού Πατριαρχείου του Φαναρίου και αυτή η αποδοχή του σχεδίου του Παπα-Ευθύμ οφείλεται ουσιαστικά επειδή θεωρούσε το Πατριαρχείο εχθρικό για τα τουρκικά συμφέροντα. Έτσι υπήρξε μια ιστορική σύμπτωση των δυο ανδρών και ο Παπά-Ευθύμ έλαβε το πράσινο φως από τους κεμαλικούς για να δράσει ανενόχλητα στο χώρο της Ανατολής. Θεωρείται ότι η συγκεκριμένη πράξη του Παπά-Ευθύμ ήταν ένας συμβιβασμός μια "έκπτωση" στην εθνική ταυτότητα. Αλλά και ο Κεμάλ σε εκείνη τη φάση θα πετύχαινε το στόχο του. Στο εξής το πρόβλημα του Παπά-Ευθύμ ήταν πως θα μπορέσει να πείσει τον υπόλοιπο κλήρο και το ποίμνιο για να προχωρήσει στην πραγμάτωση του σχεδίου. Αρχικά με το ποίμνιο ο Παπά-Ευθύμ δεν αντιμετώπιζε σοβαρές αντιδράσεις διότι τον θεωρούσαν οι κάτοικοι της περιοχής δικό τους άνθρωπο με την έννοια ότι δεν ήταν διορισμένος από μια περιοχή άγνωστη για αυτούς όπως συνήθως συμβαίνει με τους διορισμούς του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Ως επί το πλείστον οι διορισμένοι κληρικοί δεν γνώριζαν τον τόπο, τη νοοτροπία των κατοίκων και τα προβλήματα της περιοχής. Ενώ ο Παπά-Ευθύμ κατείχε αυτό το πλεονέκτημα και ήταν σημαντικό για τη δράση του. Είχε δημιουργήσει και μια συναισθηματική σχέση με το ποίμνιο της περιοχής μεσολαβώντας πολλές φορές να σταματήσουν οι συλλήψεις και οι μετακινήσεις πληθυσμών. Μπροστά στις ακρότητες που συνέβησαν στον Πόντο αντιλαμβανόμαστε ότι δεν υπήρχαν εκείνη την περίοδο πολλά περιθώρια διάσωσης χριστιανών.
Όπως μας είναι γνωστό στην ενδοχώρα της Ανατολής, δηλαδή στην Καππαδοκία μέχρι την ανταλλαγή πληθυσμών υπήρξαν τουρκόφωνοι ορθόδοξοι χριστιανοί οι οποίοι έγραφαν στην ελληνική γραφή την τουρκική γλώσσα. Η συγκεκριμένη τουρκόφωνη κοινότητα ονομάζεται Καραμανλήδικη, κυρίως οι κάτοικοι της Καππαδοκίας. Αυτοί οι άνθρωποι στις αρχές του εικοστού αιώνα λόγω της εθνικής τους ιδιαιτερότητας έγιναν αντικείμενο του Ελληνικού και του Τουρκικού εθνικιστικού ανταγωνισμού. Όλη η προσπάθεια και των δυο πλευρών ήταν το πώς θα συμπεριλάβουν ή θα εντάξουν την κοινότητα αυτή στην δική τους πολιτισμική ταυτότητα. Έτσι οι Καραμανλήδες αναγκάστηκαν και από τις δυο πλευρές τα τελευταία εκατό χρόνια τουλάχιστον να επιλέξουν ανάμεσα στις δυο πολιτισμικές κουλτούρες (Τουρκική-Ελληνική).1 Όποτε από τις αρχές του εικοστού αιώνα άρχισαν να κυκλοφορούν μελέτες από διάφορους Τούρκους διανοούμενους σχετικά με την τουρκική ταυτότητα των Καραμανλήδων. Το αποκορύφωμα αυτής της σύγκρουσης φτάνει κατά τη διάρκεια της ανακωχής με την εμφάνιση στο πολιτικό-θρησκευτικό πεδίο του Παπά-Ευθύμ. Για πρώτη φορά η ιδέα ίδρυσης Τουρκο-ορθόδοξου Πατριαρχείου δημοσιεύεται στην κεμαλική εφημερίδα "Hakimiyet-i Milliye" (Εθνική Κυριαρχία) στις 1 Μαΐου 1921. Η είδηση προήλθε από την ορθόδοξη κοινότητα του Σαφράμπολου που απευθύνονταν στην Άγκυρα με σκοπό να παραχωρηθεί ένας κατάλληλος χώρος για τη στέγαση του Τούρκο-Ορθόδοξου Πατριαρχείου. Η αναγνώριση του σχεδίου της ίδρυσης του Τούρκο-ορθόδοξου Πατριαρχείου για τους κεμαλικούς σήμαινε άρδην την αποδυνάμωση της προπαγάνδας που αναπτύχθηκε εναντίον τους στο εξωτερικό για τις τουρκικές θηριωδίες που διαπράχθηκαν στον χριστιανικό πληθυσμό. Η κίνηση αυτή σήμαινε ότι "οι Ρωμιοί της Ανατολής ζητούσαν να διακόψουν οποιαδήποτε σχέση από το Οικουμενικό Πατριαρχείο της Πόλης".2 Το θέμα δεν ήταν μονάχα θρησκευτικό, αλλά και πολιτικό. Η αυτονόμηση των τουρκόφωνων Καραμανλίδων σήμαινε αποκοπή των χριστιανών της Ανατολής από την γενική πολιτική θέση του "αλύτρωτου ελληνισμού" της Μεγάλης ιδέας και ενσωμάτωση τους στον τουρκικό εθνικό ιστό.
Όταν ξεκίνησε η αντίσταση στον Πόντο είχε συλληφθεί και εκτελεστεί ο εξάδελφος του Ευθύμ ο Παντελής Καραχισαρίδης από το Δικαστήριο Ανεξαρτησίας. Τότε συνέλαβαν και τον Παπά-Ευθύμ και τον μετέφεραν στην Άγκυρα για να τον δικάσουν. Αλλά οι φίλοι του κεμαλικοί επενέβησαν υπέρ αυτού και τον αθώωσε το δικαστήριο.3 Υπάρχει ο συλλογισμός ότι κατά τη διάρκεια του Δικαστηρίου μήπως έγινε καμιά συναλλαγή με τον Παπά-Ευθύμ σχετικά με την ίδρυση του Τούρκο-ορθόδοξου Πατριαρχείου και έτσι αφέθηκε ελεύθερος.4 Αλλά αυτός ο συλλογισμός δεν προκύπτει πουθενά και μπορεί να εκληφθεί ως μια υπόθεση. Άλλωστε την αθωώση του Παπά-Ευθύμ μπορούμε να την χρεώσουμε στη συνεργασία του που προηγήθηκε πριν την σύλληψη του. Στις αρχές του Σεπτεμβρίου του 1919 ο Παπά-Ευθύμ υποχρέωσε τους προύχοντες της κοινότητας να συγκεντρώσουν χρήματα και να τα προσφέρουν για την ενίσχυση των κεμαλικών δυνάμεων (Kuvayi Milliye). Το ποσό που συγκεντρώθηκε, δόθηκε στον Αλή Φουάτ Τζεμπέσοι (Cebesoy) όταν περνούσε εκείνη την περίοδο από το Κεσκίν Μαντέν. Όμως οι δημογέροντες και οι κοινοτικοί επίτροποι άρχισαν να τον κατηγορούν για ιδιοποίηση κοινοτικών χρημάτων.5 Η συγκεκριμένη πράξη, έγινε πολύ πιθανόν προς όφελος όλης της κοινότητας. Διότι εκείνος πίστευε ότι με το να ενισχύσει του κεμαλικούς θα αποδείξει ότι δεν είναι αντίπαλος τους. Εφόσον ήταν η κορυφή των κεμαλικών ο Αλή Φουάτ Τζεμπέσοι που εισέπραξε τα χρήματα της κοινότητας είναι φυσικό να μεσολαβήσουν και να αθωώσουν τον Παπά-Ευθύμ.
Ο Παπά-Ευθύμ στη συνέχεια παρουσιάζεται ως γενικός αντιπρόσωπος των Ρωμιών της Ανατολής. Ο ίδιος υποστήριζε ότι εβδομήντα δυο κοινότητες και εκκλησίες του έδωσαν γενικό πληρεξούσιο.6 Το ζήτημα είναι ότι αυτό το πληρεξούσιο δεν καταγράφεται σε άλλες πηγές. Εκτός και αν εννοεί τον ορισμό του από την Ιερά Σύνοδο της Πόλης το 1923 ως γενικό οικονόμο και αντιπρόσωπο - το έγγραφο φέρει τον αριθμό πρωτοκόλλου 4825 το οποίο ταυτόχρονα επικυρώθηκε και από την Μεγάλη Εθνοσυνέλευση της Τουρκίας.7
Τότε αποφασίστηκε σε συνεργασία μαζί με άλλους κληρικούς να προβεί σε ένα συνέδριο με σκοπό την ίδρυση ενός αυτοκέφαλου Τούρκο-Ορθόδοξου Πατριαρχείου. Αυτή η απόφαση του σχεδίου αυτού συμπίπτει με την εκλογή του Μελετίου Μεταξάκη, που ήταν εκφραστής της Μεγάλης Ιδέας. Ο Παπά-Ευθύμ κάλεσε όλες τις χριστιανικές κοινότητες της Ανατολής να στείλουν αντιπροσώπους στην Καισάρεια για να προχωρήσουν οι διαδικασίες του συνεδρίου. Στις διακηρύξεις του τάχθηκε αναφανδόν υπέρ της κεμαλικής επανάστασης και του Κεμάλ.8 Το συνέδριο διοργανώθηκε σε ένα Μοναστήρι στο Zincidere της Καισαρείας στις 16 Ιουλίου του 1922.9 Επικεφαλής του συνεδρίου ήταν ο Μητροπολίτης Ικονίου Προκόπιος και ο επίσκοπος Μελέτιος Χρηστίδης, ο οποίος διορίστηκε αρχιεπίσκοπος της Καισάρειας. 9 Επειδή ο Παπά-Ευθύμ ήταν έγγαμος και δεν είχε ούτε τα τυπικά αλλά ούτε και τα ουσιαστικά προσόντα για να γίνει Μητροπολίτης ή Πατριάρχης που αυτό το γνώριζαν οι τουρκικές αρχές, για τους λόγους αυτούς βασίζονταν στον Προκόπιο του Ικονίου. Στο συμβούλιο της Καισάρειας ανάδειξε τους συνεργάτες του. Κατόπιν το συνέταξε ένα καταστατικό για την ίδρυση του Τούρκο-Ορθοδόξου Πατριαρχείου το οποίον κατατέθηκε στον γενικό διοικητή της Καισάρειας και εξέδωσε ένα έντυπο στην τουρκική γλώσσα (Turk Ortodoksluk Sedasi)που αναφέρει τους νέους κανονισμούς.10 Έπειτα από αυτό ο Παπά-Ευθύμ επισκέφθηκε τις κοινότητες της Καππαδοκίας και υποστήριξε ότι το συμφέρον των Ορθοδόξων της Ανατολής είναι η απόσχιση τους από την πνευματική ηγεσία του Φαναρίου. Ο Παπά-Ευθύμ επικαλούμενος τις γνωριμίες που είχε, υποσχέθηκε στον κόσμο την επιστροφή όλων των εξόριστων. Ο Προκόπιος μαζί με τους άλλους κληρικούς ακολούθησε την τακτική καθυστέρησης για την επίλυση του εκκλησιαστικού ζητήματος.11 Είναι προφανές ότι ο Προκόπιος του Ικονίου ενδόμυχα είχε αναστολές να έρθει σε αμφισβήτηση με το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Άλλωστε η κωλυσιεργία του Προκόπιου οφείλεται στο γεγονός ότι ήθελε να κερδίσει χρόνο μήπως και η Ευρώπη ασκήσει πίεση στην Τουρκική Κυβέρνηση ώστε να ματαιωθεί η προσπάθεια αυτονόμησης της Εκκλησίας. Ο Μητροπολίτης Ικονίου έκανε πρόταση στο συμβούλιο της Καισάρειας να μην ταχθούν ανοικτά κατά του θεσμού του Φαναρίου αλλά να στραφούν ενάντια στον Μελέτιο Μεταξάκη διότι κατά την εκλογή του δεν μπόρεσαν να συμμετέχουν οι Καππαδόκες. Όμως δεν έγινε αποδεκτή η πρόταση αυτή από την Άγκυρα.12 Τελικά το συμβούλιο της Καισάρειας ανάδειξε τον Προκόπιο Πατριάρχη της αυτοκέφαλης Τούρκο-ορθοδόξου εκκλησίας. Η κεμαλική κυβέρνηση ικανοποιήθηκε. Η Βενιζέλική ηγεσία όμως του Πατριαρχείου αύξησε την κριτική στάση της απέναντι στον Προκόπιο κατηγορώντας τον για ενδοτικότητα προς τους κεμαλικούς.13
Όταν έσπασε το Μικρασιατικό μέτωπο, στις 23 Σεπτεμβρίου το 1922 έγινε η πρόταση κατάπαυσης του πυρός και την ίδια μέρα σταμάτησαν οι εργασίες του Τούρκο-ορθόδοξου συνεδρίου στην Καισάρεια. Στη συνέχεια ακολούθησαν οι συνομιλίες στη Λοζάνη. Πριν υπογραφεί το πρωτόκολλο των ανταλλαγών του πληθυσμού δημοσιεύθηκε ένα άρθρο στην εφημερίδα των Τούρκο-ορθόδοξων. Κοντολογίς αναφέρει ότι οι ορθόδοξοι της Ανατολής είναι Τούρκοι στην καταγωγή και πρέπει αυτό να το γνωρίζει η Ευρώπη. Τότε ο Ισμέτ Πασάς στη συνεδρίαση όταν τέθηκε το ζήτημα των τουρκόφωνων της Ανατολής, δήλωσε ότι δεν τους βλέπει διαφορετικά από τους μουσουλμάνους της χώρας και ότι πότε δεν ζήτησαν ιδιαίτερη μεταχείριση από τους υπόλοιπους μουσουλμάνους.14 Τότε ο Ελ. Βενιζέλος συμφώνησε με τον Ισμέτ Πασά και δήλωσε ότι η Ελλάδα δεχόταν την παραμονή των πενήντα χιλιάδων τουρκόφωνων ορθόδοξων στην Ανατολή.15 Τελικά συμπεριλήφθηκαν στο πρωτόκολλο των ανταλλαχθέντων και οι τουρκόφωνοι καραμανλήδες και μέχρι το 1924 μεταφέρθηκαν στον Ελλαδικό χώρο. Οπότε όπως αναφέρει ο Αλεξανδρής μάταια ο Παπά-Ευθύμ και οι συνεργάτες του προσπάθησαν να πείσουν όλο τον καιρό του πολέμου την κυβέρνηση του Κεμάλ να κάνει διάκριση μεταξύ των Ελληνορθόδοξων και των Τουρκόφωνων Ορθοδόξων και να τους εξαιρέσει από την ανταλλαγή των πληθυσμών. Διότι ο Παπά-Ευθύμ συνέχισε να κάνει διαβήματα για την εξαίρεση των Καππαδόκων της Καισάρειας και του Ικονίου.16 Εφόσον δεν έμεινε ποίμνιο πλέον στην Ανατολή, ο Παπά-Ευθύμ μεταφέρθηκε στην Πόλη και στην αρχή διέμενε στο ξενοδοχείο του Tokatlian εκεί συνέχισε την αντιπαράθεση με το Οικουμενικό Πατριαρχείο έχοντας την πλέρια υποστήριξη του Τουρκικού κράτους.
Θέλοντας να κρίνουμε τη δεύτερη ιστορική περίοδο του Παπά-Ευθύμ διαπιστώνουμε ότι ως πολιτικό υποκείμενο πια έχει ταυτιστεί με τον τουρκικό εθνικισμό και συνεχίζει να αντιπαρατίθεται σε κάθε επιλογή του Οικουμενικού Πατριαρχείου, καθώς οι άγονες αντιπαραθέσεις του δεν ωφέλησαν την κοινότητα, αντίθετα έστρεφαν την προσοχή της κεμαλικής ηγεσίας προς την μειονότητα. Όλη αυτή η όξυνση οδήγησε το Οικουμενικό Πατριαρχείο να λάβει μέτρα εναντίον του. Στην αρχή αποφάσισε η Ιερά Σύνοδος την καθαίρεσή του από τον ιερατικό βαθμό και σχήμα και τον υποβιβασμό και την κατάταξή του στη τάξη των λαϊκών για καθαρά αντιθρησκευτικές πράξεις του. Αυτή η απόφαση κοινοποιήθηκε στις τουρκικές αρχές.17 Μετά την αυτοπροαγωγή ως επίσκοπο του καθηρημένου Ευθύμ Καραχισαρίδου η Ιερά Σύνοδος προέβη στον αφορισμό του.



1 βλ. Turk Milliyetciliginde Katedilmemis Bir Yol: “Hristiyan Turkler”, Foti Benlisoy, Modern Turkiye’de Siyasi Dusunce,(Συλλογικό) cilt 4 Cumhuriyet Iletisim Yayin.
2 βλ. Foti Benlisoy s. 930, Papa Eftim and the Foundation of the Turkish Orthodox Church, by Foti Benlisoy, Bogazici University 2002, Karamanli Ortodoks Turkler, Yonca Anzerlioglu s. 230, Ankara 2003
3 βλ. Εφημερίδα ο Πολίτης, Αύγουστος 2006
4 βλ. Εφημερίδα ο Πολίτης, Αύγουστος 2006
5 βλ. στο ίδιο εφ. ο Πολίτης Αυγουστος 2006
6 βλ. στο ίδιο, αναφέρει ότι υπήρξαν 72 κοινότητες
7 βλ. Istiklal Harbinde Turk Ortodokslari, Teoman Ergene s.72 Istanbul 1951
8 βλ. Τεομαν Εργκενε σ.6-9, ΔΚΜ τομ.4 Αλέξης Αλεξανδρής σελ. 180,
9 βλ. Yonca Anzerlioglu s. 244-245
9 βλ. Yonca Anzerlioglu s. 244-245, Teoman Ergene s. 24-25, Αλέξης Αλεξανδρής σελ. 183
10 βλ. στο ίδιο Αλέξης Αλεξανδρής σελ.185, T. Ergene , 26
11 βλ. Αλέξης Αλεξανδρής σελ.186
12 βλ. στο ίδιο σελ. 188-189
13 βλ. στο ίδιο σελ. 193
14 βλ. Yonca Anzerlioglu s. 280, Αλέξης Αλεξανδρής σελ. 195
15 βλ. στο ίδιο Α. Αλεξανδρής σελ.195
16 βλ. Α. Αλεξανδρής σελ. 196, Εφημερίδες της Πόλης, Πρόοδο και Ημερήσια Νέα 26/9/1923
17 βλ. Εφημερίδα ο Πολίτης, Αύγουστος 2006

Η Δράση του Παπά-Ευθύμ στο χώρο της Ανατολής*

του Γιώργου Μπατζά

Την κίνηση του Παπά-Ευθύμ και τη δράση του μπορούμε να την κρίνουμε μόνον μέσα από τα πλαίσια της ιστορίας. Δηλαδή, αυτό θα είναι εφικτό μελετώντας εκείνες τις συνθήκες που επικράτησαν αυτή την ιστορική περίοδο και παράλληλα να διερευνήσουμε τους παράγοντες που μεσολάβησαν για να καθορίσουν τις τύχες χιλιάδες ρωμιών της Καππαδοκίας. Η δράση του Παπά-Ευθύμ θα μπορούσε να κριθεί διαχωρίζοντας την σε δυο περιόδους. Δηλαδή, η πρώτη περίοδος κατά τη διάρκεια του Ελληνοτουρκικού πολέμου μέχρι την υπογραφή της Συνθήκης της Λοζάνης και επέκεινα επέρχεται η δεύτερη περίοδος. Θα είναι εύλογο, να δηλώσουμε ευθύς εξαρχής, ότι σε σχέση με την ιστορία του Παπά-Ευθύμ στην γείτονα χώρα γράφτηκαν πολλά και ειπώθηκαν πολλά για την εξυπηρέτηση διάφορων σκοπιμοτήτων, θρησκευτικών αλλά και πολιτικών. Η ιστορία των εθνών δεν είναι δυνατόν ποτέ να γράφεται αποκλειστικά και μόνο με νίκες, αλλά θα ήταν ορθότερο και αντικειμενικό να καταγράφονται και οι ήττες, που συνήθως οι επίσημες ιδεολογίες των κρατικών μηχανισμών τις αποκρύπτουν ή τις παρουσιάζουν ως ήσσονος σημασίας. Σημειωτέων, η ανάδειξη του Παπά-Ευθύμ ως υποκείμενο που έδρασε μέσα από τις συμπληγάδες του Ελληνοτουρκικού πολέμου έρχεται να συμπληρώσει ένα κομμάτι της ιστορικής εθνοτικής ταυτότητας των Ρωμιών της καθ’ ημάς Ανατολής, που οι περισσότεροι ιστορικοί ενδέχεται να έχουν επηρεαστεί από προκαταλήψεις θρησκευτικές, πολιτικές και ιδεολογικές και εν κατακλείδι αγνόησαν και την παρουσία του ή αποφύγανε να αναφερθούν στα συγγράμματα τους.

Η εμφάνιση του Παπά-Ευθύμ στον χώρο της Ανατολής:

Οι Ρωμιοί κάτοικοι του Κεσκίν Μαντέν ή Μεταλλείου Δενέκ, έχουν καταγωγή από το Γκιουμούσχανε (Αργυρούπολη) του Πόντου. Στο Κεσκίν Μαντέν* όλοι κάτοικοι μιλούσαν τουρκικά. Δηλαδή και αυτοί που αποφοίτησαν από το Ελληνικό σχολείο.1 Η κωμόπολη του Κεσκίν Μαντέν απέχει 65χλμ. νοτιοανατολικά από την πόλη Άγκυρα. Ο κεντρικός δρόμος από την Άγκυρα προς την πόλη Σίβας περνάει μέσα από το Κεσκίν Μαντέν.2 Αυτή η κωμόπολη χωρίζονταν σε δυο βασικούς μαχαλάδες. Στο νότιο μαχαλά κατοικούσαν μουσουλμάνοι (Τούρκοι, Κούρδοι και Κιρκάσιοι), στο βόρειο μαχαλά κατοικούσαν χριστιανοί (Ρωμιοί και Αρμένιοι κ.α.) οι οποίοι δεν είχαν τόσο στενές σχέσεις με τον μουσουλμανικό μαχαλά.3 Η συνεργασία περιορίζονταν μόνον σε οικονομικό και εργασιακό επίπεδο. Ο Παπά-Ευθύμ - το κοσμικό του όνομα πριν χειροτονηθεί ήταν Παύλος Καραχισαρίδης - γεννήθηκε το 1884 στο Ακ-Ντάγ μαντέν της Υοσγάτης. Να προσθέσουμε ότι η περιοχή γύρω από την Αργυρούπολη(Γκιουμούς-Χανέ) του Πόντου ήταν πλούσια σε ορυκτό πλούτο. Οι κάτοικοι της περιοχής αυτής ονομάζονται Σταυριώτες που είχαν ειδικευθεί στη μεταλλουργία και μετοίκησαν αναγκαστικά έπειτα από τους Ρώσο-τουρκικούς πολέμους στην ενδοχώρα της Ανατολής, στην περιοχή Ακ-Ντάγ μαντέν.4 Κατά συνέπεια οι χριστιανοί που μετοίκησαν σε αυτή την περιοχή ξαναμπήκαν στη διαδικασία ως ειδικευμένοι πλέον στην αναζήτηση νέων μεταλλωρυχείων. Ο Παπά-Ευθύμ αφού τελείωσε τις σπουδές του στην Άγκυρα, την παραμονή του Πρώτου Παγκοσμίου πολέμου επέστρεψε στη γενέτειρα του για να αποφύγει τη γενική επιστράτευση.5 Ο Παύλος Καραχισαρίδης το 1911 παντρεύτηκε, και απέκτησε τρεις θυγατέρες και δυο γιούς. Πρωτού φύγει από την Άγκυρα εργάστηκε ως υπάλληλος σε υφασματοποιία.6 Το 1915 ζήτησε από τον μητροπολίτη Καισαρείας Νικόλαο Σακκόπουλο να χειροτονηθεί παπάς και με τη χειροτονία πήρε το όνομα Παπά-Ευθύμ.7 Όπως προαναφέραμε το Κεσκίν Μαντέν υπάγεται στην εκκλησιαστική μητρόπολη της Χαλδίας του Πόντου. Ο παπά Παναγιώτης της ενορίας δεν μπορεί πλέον να εξυπηρετήσει τους χριστιανούς της περιοχής λόγω της προχωρημένης ηλικίας του. Να προσθέσουμε εν τω μεταξύ, ο νέος ιερέας Ευθύμ δεν είχε αναλάβει ακόμη μια συγκεκριμένη ενορία. Τότε ανάμεσα στους δυο ιερείς δημιουργήθηκε μια βασική διαφωνία που έφτασε στο σημείο να χωρίσει τους κατοίκους της κωμόπολης. Η επιθυμία του παπά Παναγιώτη ήταν να συγκεντρωθούν κάποια χρήματα για να κτίσουν μια μεγάλη εκκλησία στην περιοχή. Η άλλη άποψη που υποστήριζε ο Παπά-Ευθύμ ήταν να κτιστούν περισσότερα σχολεία και άλλα έργα8 στην περιοχή. Ο ίδιος υποστήριζε αυτή την άποψη, επειδή πίστευε ότι η οικοδόμηση μιας νέας εκκλησίας θα προκαλούσε τους Νεότουρκους και το κλίμα που επικρατούσε μέσα στη δίνη του πολέμου δεν ήταν καθόλου ευνοϊκό για τους χριστιανούς. Η επιμονή του Παπά Παναγιώτη ενώπιον της Δημογεροντίας ανάγκασε τον Παπά-Ευθύμ για λόγους τακτικούς να υποχωρήσει προσωρινά από τις απόψεις που υποστήριζε. Εν τω μεταξύ ο Επίσκοπος Χαλδίας, διόρισε το Παπά-Ευθύμ στην ενορία του Κεσκίν Μαντέν.9 Μετά την σφαγή των Αρμενίων η θέση των Ρωμιών στην Ανατολή έγινε δυσμενέστερη από ότι ήταν, σε σχέση με τους Τούρκους κατοίκους. Αλλά ο Νικολάκι εφέντη της Δημογεροντίας ελπίζει ότι ο Παπά-Ευθύμ θα τα καταφέρει να βελτιώσει το καθεστώς των Ρωμιών κατοίκων της περιοχής. Και όπως έγινε, του ζήτησαν από τη Δημογεροντία να έρθει σε επαφή με τις τουρκικές αρχές για να σταματήσει το μίσος που καλλιεργούν οι χοτζάδες εναντίον των χριστιανών. Ο Παπά-Ευθύμ αμέσως συναντήθηκε με τον Καϊμακάμη για να συνομιλήσει μαζί του και να τον πείσει ότι δεν φταίνε σε τίποτα οι χριστιανοί της περιοχής και ότι άδικα καλλιεργούν το μίσος οι χοτζάδες εναντίον των χριστιανών. Τότε ο Καϊμακάμης έμεινε ενθουσιασμένος από την στάση του Παπά-Ευθύμ και μάλιστα του δώρισε και ένα όπλο για την σωματική του ακεραιότητα.10 Αφού ηρέμησαν τα πράγματα από την πλευρά των Τούρκων, τέθηκε το ζήτημα της οικοδόμησης της εκκλησίας ή του σχολείου. Ο πρόεδρος της Δημογεροντίας πήρε απόφαση να φτιάξει πρώτα το σχολείο και ακριβώς τότε αρχίζει πάλι η διαμάχη με τον Παπά-Παναγιώτη 11 ο οποίος αντέδρασε και απείλησε με αφορισμό σε όσους δεν συμφωνούσαν με αυτόν. Εκείνη την περίοδο ο Παπά-Ευθύμ λύνει προβλήματα χριστιανών, ακόμη και από μακρινές περιοχές 12 και γίνεται αξιαγάπητος από όλους. Υπάρχει και η μαρτυρία μετά την ανακωχή του Μούδρου, ότι ο Παπά-Ευθύμης συμμετείχε στη δράση του συλλόγου "Φθάνει ο Ύπνος" στην περιοχή του Κεσκίν και συνυπογράφει στο κοινό διάβημα των Ρωμιών και Αρμενίων το οποίο απευθύνεται στο Πατριαρχείο, ζητώντας να διαμεσολαβήσει για την αποστολή συμμαχικών στρατευμάτων με σκοπό την προστασία των χριστιανικών πληθυσμών της περιοχής.13 Αυτή η πληροφορία για τη συμμετοχή του Παπά-Ευθύμ στο κοινό διάβημα ίσως να μην ήταν αξιόπιστη διότι δεν υπάρχει στα αρχεία κάτι που να αποδεικνύει τη συμμετοχή του και να καλεί τα συμμαχικά στρατεύματα να επέμβουν μέσω του Πατριαρχείου. Καταρχήν, η συμμετοχή του Παπά-Ευθύμ στο κοινό διάβημα σημαίνει ότι υπάρχει μια σοβαρή αντίφαση στην πολιτική του πορεία. Εξαρχής ο Παπά-Ευθύμ, έδειξε τη συμπάθεια που τρέφει στο κεμαλικό κίνημα και το θεώρησε απελευθερωτικό. Όλη η πορεία (1919-22) του αποδείχνει ότι ήταν αντίθετος με τις ξένες στρατιωτικές επεμβάσεις. Η ανάπτυξη του κεμαλικού κινήματος στην Καππαδοκία βρίσκει τον Παπά-Ευθύμ επηρεασμένο και να συναναστρέφεται με κεμαλικούς από την Άγκυρα.14 Παράλληλα, ο Παπά-Ευθύμ δεν μένει διόλου αμέτοχος και κατά την περίοδο αυτή αναπτύσσει τη δράση του κάνοντας περιοδείες στις πόλεις της Καππαδοκίας διοργανώνοντας συναντήσεις και φέρνει σε επαφή τους υπεύθυνους κληρικούς με τους Τούρκους προύχοντες με σκοπό τη διαμόρφωση ενός συμφιλιωτικού κλίματος.15 Κατά την περιοδεία του στις πόλεις της Καππαδοκίας υπάρχει θερμή υποδοχή από τους χριστιανούς και από τους μουσουλμάνους. Προφανώς, ο Παπά-Ευθύμ αντιλαμβάνεται σύντομα ότι τα συμμαχικά στρατεύματα δεν πρόκειται να κατορθώσουν να φτάσουν στην Καππαδοκία και στον Πόντο και ταυτίζεται ολοένα με τις κεμαλικές εθνικιστικές δυνάμεις (Kuvai-Milliye). Εν τω μεταξύ συνεχίζει ακόμη να αποδέχεται και να αναγνωρίζει το Οικουμενικό Πατριαρχείο ως προϊσταμένη αρχή. Παράλληλα όμως η ρήξη του με τον Παπά Παναγιώτη κορυφώθηκε στην ενορία του. Επειδή ο Παπά Παναγιώτης ως τακτικός ιερέας της περιοχής απουσίαζε για κάποιο χρονικό διάστημα από την ενορία και είχε αναλάβει προφανώς να τον αναπληρώνει ο Παπά-Ευθύμ.16 Αλλά όταν επέστρεψε ο Παπά Παναγιώτης η διένεξη τους είχε πάρει διάσταση και έφτασε μέχρι το Φανάρι. Τότε το Πατριαρχείο έστειλε κάποιον απεσταλμένο για τη διευθέτηση της υπόθεσης. Ο απεσταλμένος δικαίωσε τη Δημογεροντία και τον Παπά Παναγιώτη.17 Έτσι ο Παπά-Ευθύμ αρνούμενος να δεχτεί την παραίτηση από τον θώκο του αρχιερέα της κοινότητας ήλθε σε ρήξη με το Φανάρι.18 Το σημαντικότερο είναι ότι σε εκείνη τη φάση είχε την υποστήριξη των περισσότερων κατοίκων της περιοχής. Οι επιδρομές που έγιναν από τον Τσερκέζ Ετέμ στην περιοχή της Υοσγάτης με σκοπό να καταστείλει την αντί-κεμαλική εξέγερση του Τσαπάνογλου, δημιούργησαν αναστάτωση στους χριαστιανούς κατοίκους της περιοχής, οι οποίοι τρομοκρατημένοι ζήτησαν τη βοήθεια του Παπά-Ευθύμη. Σύμφωνα με τις αναφορές των μαρτύρων, δεν έβρισκαν πουθενά τον Πάπα-Ευθύμ και τότε απευθύνθηκαν μέσω της Δημογεροντίας στον προύχοντα Ριζά Μπέη της περιοχής ο οποίος τους καθησύχασε και ανέλαβε την υπόθεση προσωπικά με σκοπό να αποφευχθούν οι σφαγές των χριστιανών.19 Στο εξής πλέον, οι κάτοικοι του Κεσκίν μαντέν γνώριζαν για τις σχέσεις που είχε συνάψει ο Παπά-Ευθύμ με τον Κεμάλ και τους συνεργάτες του.

Η κατάσταση στο Οικουμενικού Πατριαρχείο

Μετά την ανακωχή του Μούδρου (30 Οκτωβρίου 1918), το Οικουμενικό Πατριαρχείο φαίνεται ότι επηρεάστηκε από τους ανθελληνικούς διωγμούς. Άλλωστε όλο αυτό τον καιρό στα μέτρα που έλαβε η κυβέρνηση εναντίον της ορθόδοξης εκκλησίας κατά την περίοδο του Πρώτου Παγκοσμίου πολέμου το Οικουμενικό Πατριαρχείο κράτησε αμυντική στάση και υποστήριξε φανερά πια τη θέση του αλύτρωτου ελληνισμού. Το 1919 η τότε Πατριαρχική ηγεσία επισήμως διέκοψε τη σχέση της με την κυβέρνηση του Σουλτάνου (της Πόλης).20 Κατά συνέπεια η συγκεκριμένη στάση του Οικουμενικού Πατριαρχείου έδωσε την αφορμή στους τούρκους εθνικιστές να διαμορφώσουν μια εικόνα σχετικά εχθρική με το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Θεώρησαν ότι "υπήρξε ο θεματοφύλακας της Μεγάλης Ιδέας" 21 και για αυτή τη στάση του κατηγορήθηκε σφοδρά μέχρι και σήμερα από τους εθνικιστές. Με την αλλαγή της πολιτικής του Οικουμενικού Πατριαρχείου και με τη λήξη του Α΄ Παγκόσμιου πολέμου ο Οικουμενικός Πατριάρχης Γερμανός αναγκάζεται σε παραίτηση θεωρούμενος ότι ήταν "υποχωρητικός" έναντι των Νεότουρκων και με αφορμή ότι εμπλέκεται σε οικονομικές ατασθαλίες.22 Ο νέος Οικουμενικός Πατριάρχης Μελέτιος Δ΄ Μεταξάκης στο λόγο (discourse) που απηύθυνε κατά την ενθρόνισή του προσπάθησε να προβάλλει το προφίλ του ειρηνοποιού μεταξύ Αθηνών και Κωνσταντινούπολης ενώ έπραξε το αντίθετο. Μετέτρεψε την εκκλησία της Κωνσταντινούπολης σε πολιτικό και κομματικό κέντρο. "Διότι όσοι βρέθηκαν κατά τις μέρες εκείνες στην Πόλη μετ΄ οδύνης ενθυμούνται τον εξευτελισμό, τον οποίο υπέστη η εθνική ιερότης και η τιμή".23 Στην "εκλογή του Μελέτιου Δ΄ πρωτοστάτησαν όχι Αρχιερείς ούτε νόμιμοι αντιπρόσωποι του λαού, πρωτοστάτησαν πρόσωπα, τα οποία ήλθαν στην Πόλη συνέστησαν πολιτικό κέντρο, άνθρωποι εκ κομματικού φανατισμού ήλθαν στην Πόλη καθ΄ ον χρόνον η Πατρίς επολέμει".24 Σε αυτό το σημείο ο συντάκτης του περιοδικού "ΑΛΗΘΕΙΑ" προσπαθεί να αποδείξει ότι ο Ελλαδικός κομματισμός Βενιζελικών και αντί-Βενιζελικών, με τη πραξικοπηματική εκλογή του Μελετίου Δ΄ μετέφερε το διχαστικό κλίμα στο Πατριαρχείο του Φαναρίου. Όλη αυτή η περίπλοκη κατάσταση συνεχίστηκε μέχρι την ενθρόνιση του Γρηγορίου Ζ΄ στις 6 Δεκεμβρίου του 1923.

Οι Κρυπτοχριστιανοί (οι Κλωστοί) του Πόντου

Στην περιοχή του Πόντου κατοικούσαν και ίσως να υπάρχουν ακόμη οι "Κλωστοί." Ο όρος προέρχεται από το ρήμα κλώθω, που σημαίνει στρέφω, γυρίζω και προκειμένου περί θρησκείας είναι αυτός που αλλάζει το θρήσκευμα του. Δηλ. φανερά είναι μουσουλμάνος και εν κρύπτω είναι χριστιανός.25 Ιστορικά η πρώτη επίσημη εκδήλωση των Κλωστών του Πόντου αρχίζει με το διάταγμα του Hatti Humayun. Ο σουλτάνος προσπάθησε να αποφύγει την επέμβαση των Μεγάλων Δυνάμεων στο εσωτερικό του Οθωμανικού κράτους και ιδιαίτερα της Ρωσίας και εξέδωσε το συγκεκριμένο διάταγμα. Η Συνθήκη ειρήνης του Παρισιού ως ορίζεται με το άρθρο 9 "λέγοντας ότι πιστοποιείται η εξαιρετική σημασία της δήλωσης αυτής," το 1856 επικύρωσε το διάταγμα που θα εξασφάλιζε τους χριστιανούς της Αυτοκρατορίας τα ίσα πολιτικά δικαιώματα με τους μουσουλμάνους. Στο συνέδριο του Βερολίνου συμπεριλήφθηκε το άρθρο 62, που αναφέρεται στο δικαίωμα που έχουν οι πολίτες να εκφράσουν ελεύθερα και να διατηρήσουν την αρχή της θρησκευτικής τους θέλησης.26 Πράγμα που θα αίρει το δικαίωμα στη Ρωσία να ασκεί πολιτική "προστασίας" των χριστιανών. Η υλοποίηση όμως του Διατάγματος αυτού, έξω από τα μεγάλα αστικά κέντρα της περιοχής του Πόντου βρήκε αντίσταση από τους φανατικούς μουσουλμάνους των τοπικών διοικήσεων, όπου πολλοί κρυπτοχριστιανοί των περιοχών όπως το Σταυρί, η Κρώμνη, τα Σούρμενα, το Όφι και αλλού27 ζούσαν κάτω από άσχημες συνθήκες. Αφού εκδηλώθηκαν οι κλωστοί με την ενθάρρυνση των μεταρρυθμιστικών διαταγμάτων ακολούθησαν τα βασανιστήρια και οι μετακινήσεις πληθυσμών από τις Οθωμανικές αρχές. Επειδή η θρησκευτική εκδήλωση τους θεωρήθηκε ως αποστασία άρχισαν οι διώξεις των χριστιανών. Σημειώνονται επίσης κακοποιήσεις ιερέων και βεβηλώσεις εκκλησιών. Τότε το Πατριαρχείο επίσημα δια εγγράφων διαμαρτυρήθηκε προς την Υψηλή Πύλη και στις Πρεσβείες της Πόλης, ότι οι Ρωμιοί υπήκοοι εξαναγκάσθηκαν από τις περιστάσεις να προσποιηθούν, ότι είναι μουσουλμάνοι, ενώ κρυφά παραμένουν χριστιανοί.28 Οι Οθωμανικές αρχές αφού δέχτηκαν πιέσεις από τις Μεγάλες. Δυνάμεις, υποχώρησαν μπροστά στο αίτημα της αναγνώρισης των Κρυπτοχριστιανών με προϋπόθεση ότι θα υπάρξει υποχρεωτική στράτευση όπως και στους μουσουλμάνους. Και για αυτό τον λόγο επέβαλαν και στους πρώτους φανερωμένους Κρωμιώτες τον χαρακτηρισμό "τενεσούρ ρούμ," που σημαίνει ότι από μουσουλμάνοι ασπάσθηκαν τον χριστιανισμό αλλά στην εθνικότητα τους θεωρούσαν Τούρκους.29 Όλο το χρονικό διάστημα μέχρι το 1910 οι Κρυπτοχριστιανοί Κρωμιώτες είχαν από τη μία τον χαρακτηρισμό "τενεσούρ" και το μουσουλμανικό όνομα καταγράφεται δίπλα στο χριστιανικό. Ειδάλλως, θα έπρεπε να στρατευτούν ή θα άλλαζαν υπηκοότητα παίρνοντας τη ρωσική, ή θα έπαιρναν τον δρόμο της προσφυγιάς προς την Ρωσία.30 Να προσθέσω ότι κατά την περίοδο (1827 και έπειτα) των Ρώσο-οθωμανικών πολέμων πολλοί Κρυπτοχριστιανοί αναγκάστηκαν να μετοικίσουν προς τον Καύκασο και στις υπόλοιπες περιοχές της Ρωσίας.31 Ο τότε Ρώσος πρόξενος Αλέξανδρος Μασνίν συντέλεσε πολύ ώστε να βρουν τρόπο να αποφύγουν τις πιέσεις, αυτοί που εκδήλωσαν τη χριστιανική τους πίστη οι οποίοι έφτασαν γύρω στις 20 χιλιάδες. Πολλοί από αυτούς επειδή είχαν πρόβλημα με τις στρατιωτικές υποχρεώσεις έγιναν Ρώσοι υπήκοοι που αργότερα εγκαταστάθηκαν στην Ρωσία.32 Ένα από τα βασικά κέντρα των Κρυπτοχριστιανών του Πόντου ήταν η κοιλάδα της Κρώμνης νότια της Τραπεζούντας που βρίσκεται στη περιοχή των μεταλλείων της Αργυρούπολης (Γκιουμούσχανε). Η θρησκευτική τέλεση των καθηκόντων τους γινόταν εις διπλούν. Το μυστήριο του γάμου και της κηδείας πρώτα ετελείτο χριστιανικά και κατόπιν με το μουσουλμανικό τελετουργικό. Ακόμη πολλοί από αυτούς έφταναν στο σημείο να κάνουν και περιτομή.33 Κατά την περίοδο της Ρωσικής κατοχής του Πόντου (1917) οι Κρυπτοχριστιανοί του Όφεως με μια επιτροπή μουσουλμάνων ερώτησαν τον Μητροπολίτη Χρύσανθο, έχοντας σίγουρα συνείδηση ότι ήταν χριστιανοί οι πρόγονοι τους, αν θα γίνονταν δεκτοί, επιστρέφοντας στον χριστιανισμό. Ο Μητροπολίτης τους σύνεστησε να κάνουν υπομονή μέχρι τη λήξη του πολέμου. Διότι αν αλλάξουν τα πράγματα και πάρει πάλι το πάνω χέρι η Τουρκική κυβέρνηση θα τους σφάξει όλους.34 Ο Χρύσανθος με την απάντηση που τους έδωσε φαίνεται ότι ήταν πολύ επιφυλακτικός ως προς την εξέλιξη του πολέμου και ότι δεν είχε πολλές ελπίδες από τους "συμμάχους." Όπως ανάφερα η γενέτειρα του Παπά-Ευθύμη είναι το Ακ-Ντάγ και είναι Σταυριώτης. Οι κάτοικοι των περιοχών αυτών μετά τον Ρώσο-τουρκικό πόλεμο του 1828 μετοίκισαν από τα μεταλλεία της Αργυρούπολης. Το Ακ-Ντάγ ανήκει στον νομό της Άγκυρας. Τους μετοικίσαντες τους ακολούθησαν οι κρυπτοχριστιανοί Κρωμιώτες και οι Σταυριώτες από το Σταυρί. Οι πρώτοι κάτοικοι του Ακ-Ντάγ εργάστηκαν στα μεταλλεία της περιοχής μέχρι το 188035 και εν συνεχεία ασχολήθηκαν με άλλα αντικείμενα εργασίας.


* Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα "ο Πολίτης" Αύγουστος 2006 σε δυο συνέχειες.
* Σημ: στο βιβλίο Istiklal Harbinde Turk Ortodokslari Teoman Ergene (στην αυτογραφία) του Παπά-Ευθύμ αναφέρει ότι χειροτονήθηκε στο Ακντάγ μαντέν το 1912 Διάκος και έπειτα Παππάς.










1 βλ. Στο Κεσκίν Μαδέν με τον Παπάευθυμ, Νίκου Φωτιάδη, σελ.26- 36, Εκδ. Γνώσεις, Αθήνα 1982
2 βλ. στο ίδιο σελ. 21
3 βλ. στο ίδιο σελ.21
4 βλ. Δελτίο Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών, τομ. τέταρτος, Απόπειρα Δημιουργίας Τουρκορθόδοξης Εκκλησίας στην Καππαδοκία, Αλέξης Αλεξανδρής, Οι εξισλαμισμοί της Μικράς Ασίας και οι Κρυπτοχριστιανοί του Πόντου, σελ. 468 Κώστας Φωτιάδης εκδ. Αδελφών Κυριακίδη
5 βλ. Αλέξης Αλεξανδρής σελ.168
6 βλ. Αλέξης Αλεξανδρής, Istiklal Harbinde Turk Ortodokslari, Teoman Ergene Ist. 1951
7 βλ. στο ίδιο Teoman Ergene, Αλέξης Αλεξανδρής σελ. 168
8 βλ. Νίκο Φωτιάδη 37-38
9 βλ. στο ίδιο σελ 77
10 βλ. στο ίδιο σελ. 40
11 βλ. στο ίδιο σελ.41
12 βλ. στο ίδιο σελ.77
13 βλ. Η Απόπειρα Δημιουργίας, Αλέξης Αλεξανδρής σελ. 170, ΚΜΣ τεύχος 4. Αθήνα 1982, Σημ: Η συμμετοχή του Παπά-Ευθύμ στο Σύλλογο προκύπτει από τη μαρτυρία του Γ .Παντελίδη, ο οποίος υπήρξε και συντάκτης του διαβήματος το συγκεκριμένο έγγραφο δεν υπάρχει ούτε στα αρχεία του Φόρειν Όφις αλλά ούτε και στο Αρχείο του Υπουργείου των Εξωτερικών εν Ελλάδι, μας το διαβεβαιώνει ο Αλέξης Αλεξανδρής. βλ. σελ. 170, υποσημ.40.
14 βλ. Αλέξης Αλεξανδρής, σελ.170
15 βλ. Istiklal Harbinde Turk Ortodokslari (Οι Τούρκοι Ορθόδοξοι κατά τον Πόλεμο Ανεξαρτησίας) Teoman Ergene, σελ. 19-21, Ist.1951
16 βλ. Αλέξης Αλεξανδρής σελ. 171
17 βλ. στο ίδιο σελ. 172
18 στο ίδιο σελ. 173
19 βλ. στο ίδιο, του Νίκου Φωτιάδη σελ 83, Tek Adam (Ο Μοναδικός Άνθρωπος)cilt II s. 321, Sevket S. Aydemir
20 βλ. Αλέξης Αλεξανδρής σελ. 172
21 βλ. Οι Ελληνοτουρκικές Σχέσεις (Συλλογικό) Αλέξης Αλεξανδρής σελ. 57 Εκδ. Γνώση, Fener Patrikhanesi ve Turkiye (Το Πατριαρχείο του Φαναρίου και η Τουρκία) M. Sureyya Sahin s. 217 Istanbul 1980
22 βλ. Tanzimat ve Mesrutiyet in Birikimi τομ Α, (συλλογικό) Millet-i Rum dan Helen ulusuna (1856-1922) (Από το Ρωμαίικο έθνος στο Ελληνικό) Foti Benlisoy- Stefano Benlisoy, s. 375 Iletisim 2001
23 βλ. Η Εκκλησιαστική ΑΛΗΘΕΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΕΙΣ ΜΕΛΕΤΙΟΥ ΤΟΥ Δ ΕΡΓΑ ΚΑΙ ΙΔΕΑΙ σελ. 4, Εν Κωνσταντινούπολη Ιαν. 1926
24 βλ. ΑΛΗΘΕΙΑ σελ.4, Fener Patrikhanesi, Yorgo Benlisoy-Elcin Macar, Ayrac Yayinevi 1996
25 βλ. Οι Κρυπτοχριστιανοί, Νίκου Μηλιώρη Αρχείο του Πόντου τομ.26, Οι Κρυπτοχριστιανοί της Τουρκίας, Ρ. Μ. Ντωκινς (Dawkins) εκδ. Ερωδιός
26 βλ. Το Ανατολικό ζήτημα, Λάσκαρις, Μ .Θ, Οσμανική Πραγματικότητα, Νεοκλής Σαρρής, Εκδ. Αρσενίδης. Λαοί και Φυλαί της Μικράς Ασίας, σελ.383-387, Γεωργίου Κλεάνθους Σκαλιέρη, Εκδ. Ρήσος Β΄Εκδοση 1990
27 βλ. Κώστας Φωτιάδης Οι Εξισλαμισμοί, Σύγχρονος Γενική Ιστορία του Πόντου, Γεωργίου Βαλαβάνη, Εκδ.Αφων. Κυριακίδη, Ντώκινς Οι Κρυπτοχριστιανοί. Νίκου Μηλιώρη, Οι Κρυπτοχριστιανοί τομ.26 Αρχείο του Πόντου.
28 βλ. Τουρκικά αντίποινα στις κινητοποιήσεις των Κρυπτοχριστιανών, Στάθη Πελαγίδη, τομ.44 Αρχείο του Πόντου, Γεωργίου Κλεάνθους Σκαλιέρη, σελ 388
29 βλ. Η Εκκλησία Τραπεζούντος σελ. 720, Μητροπολίτου Τραπεζούντος Χρύσανθου, τομ 4-5 Αρχείο του Πόντου, Στάθη Πελαγίδη, σελ. 44, Αρχείο τομ.44
΄30 βλ Στάθης Πελαγιδης σελ.44, The Crypto-Christians of the Pontos, Anthony Bryer, Δελτίο ΚΜΣ τομ. 4 Αθήνα 1983, Χρύσανθου Μητροπολίτου Τραπεζούντος σελ. 720
31 βλ. Ντώκινς σελ. 46
32 βλ. Ιστορία και Στατιστική της Τραπεζούντας, Σάββα Ιωαννίδη, σελ.145 Αφων. Κυριακίδη
33 βλ. στο ίδιο Ρ .Μ. ΝΤΩΚΙΝΣ σελ.47
34 βλ. Βιογραφικαί Αναμνήσεις του Αρχιεπισκόπου Χρύσανθου, σελ. 159-160 Γεωργίου Τασούδη, Αθήνα 1970
35 βλ. Σύγχρονος Γενική Ιστορία του Πόντου, Γεωργίου Βαλαβάνη σελ.266, Ιστορία του Ποντιακού Ελληνισμού, Χρήστου Σαμουηλίδη σελ. 191, Εκδ. Αλκυών

5 Δεκεμβρίου 2008

Προσπάθειες εκδημοκρατισμού στην Τουρκία κατά την μονοκομματική περίοδο

του Γιώργου Μπατζά


Η πάλη των τάξεων στην Τουρκία ξεκίνησε κατά την περίοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και συνεχίστηκε κατά την διάρκεια της ανακωχής και μετέπειτα.
Αλλά να δούμε πρώτα από όλα οτι Κεμάλ και οι πιστοί του συνεργάτες, στη διάρκεια του μονοκομματικού καθεστώτος προσπάθησαν με κάθε τρόπο να εξαλείψουν οποιαδήποτε αριστερή πρωτοβουλία που κυοφορούνταν εντός της κοινωνίας. Αλλά για τους κεμαλικούς δεν αρκούσε απλά και μόνον η απαγόρευση της Αριστεράς, την κυνήγησαν με οποιοδήποτε πολιτικό κόστος. Ακόμη και οποιαδήποτε φιλελεύθερη προτωβουλία που αναπτύχθηκε είχε την ίδια τύχη με την Αριστερά. Δόθηκε μια σκληρή και άνιση μάχη από τους κεμαλικούς μόνο και μόνον να επιβάλουν τα δικά τους πρότυπα στην κοινωνία.
Για να γίνει πιο εύκολη η κατανόηση των ιστορικών περιστάσεων το να διαχωρίσουμε το σοσιαλιστικό κίνημα σε τρεις γενικές κατηγορίες κατά τη μετάβαση (1919-1925)της πολιτικής ιδεολογικής διαμόρφωσης του τουρκικού κράτους.
Καταρχάς υπάρχει η Αριστερή κίνηση που διαμορφώνεται κατά την ανακωχή στην Πόλη. Τα άτομα που την αποτελούν ήταν πριν από τον Α Παγκόσμιο πόλεμο. Δηλαδή ήταν οι συνεχιστές του εργατικού κινήματος. Η δεύτερη κατηγορία ήταν αυτοί που ευρίσκονταν στην Ανατολή. Αυτοί ήταν βασικά επηρεασμένοι από την Οκτωβριανή επανάσταση ή και αυτοί που ήταν σύμμαχοι με τις κεμαλικές εθνικές δυνάμεις (Kuva-yi Milliye) αισθάνονταν το ίδιο. Η τρίτη κατηγορία ήταν μια τάση από αυτές που ήταν πιστοί στην πολιτική της Τρίτης Διεθνούς, παράλληλα και μια άλλη τάση η οποία ήταν κοντά σε αυτούς όμως θεωρούνταν απλά και μόνον αντί-ιμπεριαλιστική.
Με την υπογραφή της ανακωχής στο Μούδρου (30 Οκτωβρίου 1918)η ηγεσία του Κόμματος "Ένωση-Πρόοδος" διέφυγε στο εξωτερικό. Έτσι τα ανάκτορα και οι φιλελεύθερες κυβερνήσεις συνεργάστηκαν με τις δυνάμεις της Αντάντ και διαμόρφωσαν ένα κλίμα υποτέλειας για τον τουρκικό λαό. Ακριβώς την περίοδο εκείνη αναπτύσσεται έντονη πολιτική δράση και μέσα στα πράγματα είναι η αριστερή ομάδα του Χουσείν Χιλμή Μπέη που ήταν φυλακισμένος από τους Νεότουρκους, αποφυλακίζεται και ανασυγκροτούν οι σοσιαλιστές το 1919 το Σοσιαλιστικό Κόμμα Τουρκίας το οποίο είναι η συνέχεια με το ίδιο πρόγραμμα του Οθωμανικού Σοσιαλιστικού Κόμματος του 1910-13. Το κόμμα αυτό ήλθε σε επαφή με τον αντιπρόσωπο Σεραφείμ Μάξιμο του Κ.Κ. Ελλάδας στην Κων/πολη. Και κατόπιν ο Σεραφείμ Μάξιμος ίδρυσε την Πανεργατική Ένωση της Κωνσταντινούπολης.
Ανάμεσα στα χρόνια 1919-1922 αναπτύχθηκαν στην Ανατολή τα εθνικιστικά κινήματα και μαζί με αυτά τα κομμουνιστικά εργατικά κινήματα.
Η πρώτη τάση είναι η κίνηση του εθνικο-απελευθερωτικού αγώνα που ήταν εν δυνάμει αντίθετη με τους Αγγλο-Γάλλους (Αντάντ). Παράλληλα σε αυτή την τάση υπήρξε και μια αντιπολίτευση που αυτό-βαπτίζεται ως Αριστερά. Υπάρχει και το "ορθόδοξο" κομμάτι της Αριστεράς, που σπούδασαν τα στελέχη του στην νέα Σοβιετική-Ένωση.
Οι αποφάσεις που πάρθηκαν από τα συνέδρια της Κομμουνιστικής Διεθνούς και αφορούσαν συγκεκριμένα τα αντί-ιμπεριαλιστικά εθνικο-απελευθερωτικά κινήματα καθησύχαζαν τους κεμαλικούς από τις φοβίες που είχαν απέναντι στη νέα Σοβιετική-Ρωσία.
Μια άλλη τάση ήταν ο Πράσινος Στρατός (Yesil Ordu)που υποστήριζε την αναγέννηση του τουρκισμού στην κεντρική-Ασία και κάτω από τη σημαία του Ισλάμ αγωνίζεται κατά του ιμπεριαλισμού. Το κίνημα αυτό θα μπορούσε να το θεωρήσει κανείς ένα μίγμα περί ισλαμικού, τουρανικού και αριστερού προφίλ το οποίο δεν είχε ένα ξεκάθαρο ιδεολογικό πολιτικό τοπίο και για αυτό το κατονόμασαν οι κεμαλικοί "Πράσινο Στρατό" και "κομμουνιστικό" κίνημα. Έγινε συζήτηση στο συνέδριο της Σεβάστειας κατά πόσο μπορεί να αναπτυχθεί ένα τέτοιο είδος κίνημα όπως ο "Πράσινος Στρατός". Το κίνημα αυτό ξεκίνησε ακριβώς το Μάιο του 1920 με επικεφαλής τον Κιρκάσιο Ετέμ. Με πρόγραμμα αντι-ιμπεριαλιστικό, αντι-καπιταλιστικό και αντι-μιλιταριστικό τουλάχιστον από ότι φαινόταν στην αρχή. Ήταν το πρόγραμμά του περιλάμβανε τον σεβασμό απέναντι στους θεσμούς της οικογένειας και της ισλαμικής θρησκείας.Με αυτό το συγκεκριμένο πρόγραμμα ήταν πολύ εύκολο να βρει απήχηση στις φτωχές λαϊκές μάζες της Ανατολής. Πράγμα που αυτή εξέλιξη έθεσε σε ανησυχία τον Κεμάλ και τους συνεργάτες του και αμέσως βρήκαν τρόπο να εξουδετερώσουν το "Πράσινο κίνημα" μαζί με τον Κιρκάσιο Ετέμ. Οπότε αποφάσισαν να μεταβάλλουν τις αντάρτικες δυνάμεις σε τακτικό στρατό και έτσι με τον τρόπο αυτό να στρίμωξουν τον Κιρκάσιο Ετέμ.
Η συνθήκη της Λοζάνης σήμανε την ίδρυση του νέου Τουρκικού κράτους.
Ο Κεμάλ ξεκίνησε γρήγορα μεταρρυθμίσεις και της επέβαλε από τα "πάνω". Επειδή η κοινωνία δεν ήταν έτοιμη ακόμη να της δεχτεί. Παράδειγμα η κατάργηση του Χαλιφάτου σήμαινε συντριπτικό πλήγμα σε ολόκληρη την ιεραρχική οργάνωση. Η νέα τάξη επιβεβαιώθηκε στο σύνταγμα που εγκρίθηκε από την Μεγάλη Εθνοσυνέλευση τον Απρίλιο του 1924. Η νομοθετική εξουσία της βουλής, και η δικονομική λειτουργία περιορίστηκε στα Δικαστήρια Ανεξαρτησίας που ασκούσανε τον νόμο του Τουρκικού έθνους. Η πρώτη απόπειρα διαφορετικής αντιπολιτευτικής πολιτικής έκφρασης έγινε από μια ομάδα παλαιών στελεχών του Κεμάλ οι οποίοι ίδρυσαν το Προοδευτικό Ρεπουμπλικανικό Κόμμα (Terakkiperver Cumhuriyet Firkasi).
Η Κεμαλική εξουσία για να μη χάσει τον έλεγχο από τους φιλελεύθερους επέβαλε τον νόμο "Διατήρησης της τάξης" για να αντιμετωπίσει την μεγάλη κοινωνική και πολιτική αντιπολίτευση που διαμορφώθηκε οδήγησε άρδην τα πράγματα στο μονοκομματικό καθεστώς.
Η δεκαετία του 20 υπήρξε μια περίοδος φιλελεύθερης οικονομίας με τις δεσμεύσεις που ανέλαβε η κεμαλική ηγεσία στο Οικονομικό Συνέδριο της Σμύρνης το 1923. Η Τουρκία είχε αναλάβει την υποχρέωση να συνεχίσει έως το 1929 το παλιό δασμολογικό καθεστώς. Αυτό το καθεστώς είχε αρνητικές επιπτώσεις στην ανάπτυξη της βιομηχανίας στην Τουρκία. Έτσι στη δεκαετία αυτή κρατικοποιήθηκαν όλες οι ξένες επιχειρήσεις. Οι τουρκικές εξαγωγές είχαν επηρεαστεί αρνητικά από την παγκόσμια κρίση του 1929. Τότε το Λαϊκό Κόμμα (CHF) το μοναδικό που κυβερνούσε φυσικά πρότεινε την πολιτική του "κρατισμού" (etatisme). Δηλαδή, τη δημιουργία κρατικών βιομηχανικών επιχειρήσεων. Ο κρατισμός που προτείνουν οι κεμαλικοί αποτελεί τη μια από τις βασικές αρχές του κεμαλισμού.
Το 1933 προετοίμασαν το πρώτο πενταετές πρόγραμμα για την ανάπτυξη της τουρκικής βιομηχανίας και εγκρίθηκε το 1934 μέχρι την ολοκλήρωση του. Το οικονομικό πρόγραμμα ήταν εμπνευσμένο από το Σοβιετικό πρότυπο.
Το πείραμα του Κεμάλ στην πολιτική για τη δημοκρατία αρχίζει με την μη ανανέωση τον έκτακτων μέτρων που ενέκρινε από το 1924 με τον σκληρό νόμο "Διατήρησης της Τάξης" (Takriri Sukun). Έτσι όταν έληξε η ισχύς αυτού του νόμου τον Μάρτιο του 1929 η τότε μονοκομματική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι δεν θα τον ανανεώσει.
Την δεκαετία του 30 διάφοροι πολιτικοί και ιστορικοί συγγραφείς τη θεώρησαν ως ένα πείραμα του Κεμάλ, άλλοι πάλι τη θεώρησαν ότι ήταν ένα άνοιγμα προς τον εκδημοκρατισμό με κατεύθυνση προς τη δυτικότροπη δημοκρατία κ.α. Το ζήτημα είναι ότι μια ωραία πρωία ο πρόεδρος της Δημοκρατίας Μ. Κεμάλ καταφεύγει στο πείραμα το να στηρίξει έμμεσα τουλάχιστον την ίδρυση ενός Φιλελεύθερου Κόμματος (Serbest Firka) που θα μπορεί να ελέγχει και να ασκεί κριτική το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα (CHF) που ήταν κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Ισμέτ Ινονού. Τότε σκέφτηκε τον διπλωματικό δάσκαλο του Αλή Φετχή Μπέη με τον οποίο υπηρέτησε μαζί ως στρατιωτικός ακόλουθος στην Βουλγαρία και τον είχε σε μεγάλη εκτίμηση ως προς την εντιμότητα του. Ο Αλή Φετχή Μπέη είχε διατελέσει πρωθυπουργός και διαφώνησε με τον Ισμέτ Ινονού στο ζήτημα του χρέους απέναντι στους Γάλλους που θα έπρεπε κατ’ αυτόν να αποπληρωθούν οι δόσεις με χρυσό. Ενώ ο Ισμέτ Πασάς ήθελε να εξοφλήσει το χρέος με χαρτονομίσματα. Στο τέλος κατέληξαν να εξοφλήσουν το χρέος απέναντι στην Γαλλία με γαλλικά φράγκα. Κατά συνέπεια φαίνεται ότι δημιουργήθηκε ένα προηγούμενο ανάμεσα στους δυο πολιτικούς. Τότε ο Κεμάλ κάλεσε τον Αλή Φετχή Μπέη από τη πρεσβεία του Παρισιού και του πρότεινε να αναλάβει προτωβουλία με σκοπό την ίδρυση ενός κόμματος που θα αντιπολιτεύεται την κυβέρνηση. Με συζήτηση κατάφερε ο Κεμάλ να πείσει τον Αλή Φετχή Μπέη να ιδρύσει το Κόμμα των Ελευθέρων (Serbest Firka). Η ίδρυση του ανακοινώθηκε τέλη Αύγουστου του 1930 με την πρώτη δεξίωση που δόθηκε στο προάστιο της Πόλης Γιάλοβα (Yalova). Ο Αλή Φετχή (Οκγιάρ) Μπέη μαζί με άλλους πρώην συνεργάτες του Κεμάλ, μαζί και η αδελφή του Κεμαλ) Μακμπουλέ, υπόβαλαν το καταστατικό στον νομάρχη της Πόλης, το πρόγραμμα του δεν είχε μεγάλη απόκλιση από το κυβερνών κόμμα και θα παρέμενε πιστό στις αρχές του Συντάγματος (1924) με τη μόνη διαφορά ζητούσε περισσότερη ελευθερία, χαμηλότερους φόρους, και λιγότερα μέλη στο υπουργικό συμβούλιο. Η βασική αντίθεση του Κόμματος Ελευθέρων ήταν η πολιτική ενάντια στον κρατικισμό του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHF). Ακριβώς την ίδια περίοδο στην Ανδριανούπολη (Edirne) ιδρύεται από τον Μιμάρ Κιαζίμ Μπέη το Κόμμα "Ρεπουμπλικανικό Εργατών-Χωρικών" (Cumhuriyet Amele ve Ciftci Partisi). Το πρόγραμμα του κόμματος αυτού περιλαμβάνει την λύτρωση των Εργατών-Χωρικών από την τυραννία των καπιταλιστών. Στα τέλη Σεπτεμβρίου του 1930 ιδρύετε ένα ακόμη "Φιλολαϊκό Κόμμα" (Ahali Cumhuriyet Firkasi) στο οποίον ο ιδρυτής του είναι ο Αμπτουλκαντίρ Κεμάλ Μπέη ο οποίος ήταν βουλευτής από την πρώτη Μεγάλη Εθνοσυνέλευση. Αυτός ήταν αντίθετος στις επιλογές του Κεμάλ από την περίοδο του Ελληνό-Τούρκο-Αρμενικού πολέμου (1919-1922). Το συγκεκριμένο Κόμμα απαγορεύτηκε από την κυβέρνηση έπειτα από λίγους μήνες. Ουσιαστικά το Κόμμα των Ελευθέρων (Serbest Firkasi) το υποστήριξαν οι περισσότεροι έμποροι που ασχολούνταν με εισαγωγές και εξαγωγές. Αυτή η περίπτωση ήταν μια μορφή εκτόνωσης του μονοκομματικού γραφειοκρατικού συστήματος. Προφανώς για να δουλέψει το σύστημα δίχως σοβαρούς κραδασμούς. Ακριβώς εκείνη την περίοδο η νέα Τουρκία ξανά ζει την Κουρδική εξέγερση και αυτή τη φορά στην περιοχή του Αραράτ-Ζίλαν ανακήρυξαν οι Κούρδοι την ανεξαρτησία του Κουρδιστάν στην περιοχή αυτή με βάση της Συνθήκης των Σεβρών.8 Τότε αναλαμβάνει η κυβέρνηση σκληρά μέτρα καταστολής, και περιορισμού των ελευθεριών. Κατά συνέπεια δημιουργούνται σε όλη τη χώρα αντιδράσεις ενάντια στο τρομοκρατικό σύστημα και των έκτακτων μέτρων που πάνε να επιβάλλουν και στη συνέχεια αποφασίζετε η απαγόρευση την λειτουργία των λοιπών αριστερών κομμάτων. Η πολύ σύντομη ζωή του Κόμματος Ελευθέρων (Serbest Firka)έμεινε άγνωστη στην ιστορία. Επειδή δεν δόθηκε καμιά επίσημη απάντηση για την απαγόρευση του. Αλλά υπήρξαν διάφορες ερμηνείες σχετικά με την εξέλιξη του. Το σίγουρο είναι και αυτό που μας είναι γνωστό, ότι το Κόμμα των Ελευθέρων ιδρύθηκε με τη συγκατάθεση του προέδρου Κεμάλ Ατατούρκ.
Το 1932 κλείνουν όλες οι εστίες του τουρκισμού και στην θέση τους ανοίγουν τους Λαϊκούς Συνδέσμους (Halkevleri) με σκοπό να βοηθήσουν και να στηρίξουν κυρίως τους εκπαιδευτικούς οικονομικά, ιδεολογικά και ηθικά. Ενώ παράλληλα απαγορεύουν την λειτουργία και την οποιαδήποτε συνδικαλιστική οργανωτική δράση των εκπαιδευτικών και άλλων κλάδων. Μέσω από τους Λαϊκούς Συνδέσμους θα προσπαθήσουν να περάσουν μηνύματα προπαγάνδας της νέας τουρκικής κουλτούρας, της μουσικής, του θεάτρου και μαζί με άλλες διάφορες τέχνες.

Έπειτα από όλες τις απαγορεύσεις και κυρίως των κομμάτων, ξεκινάει μια πρωτοβουλία από διάφορους κεμαλικούς αριστερούς διανοούμενους με σκοπό να ιδρύσουν την ομάδα "Κάντρο" (στελέχη) και να εκδώσουν την πολιτική και κοινωνική επιθεώρηση του περιοδικού "Κάντρο". Αυτή η κίνηση ιδρύθηκε από φανατικούς μπορεί να πει κανείς θεωρητικούς του κεμαλισμού κατά το έτος του 1932, με σκοπό να θεωρητικοποιήσουν και να διαμορφώσουν τον κεμαλισμό σε ιδεολογία και να δώσουν ένα αριστερό προφίλ. Ένας από τα ιδρυτικά στελέχη της ομάδας ήταν ο Σεβκέτ Σουρεγιά Αϊντεμίρ ο οποίος κατά τη διάρκεια του πολέμου βρέθηκε στον Καύκασο και στη συνέχεια σπούδασε στη μαρξιστική σχολή της νέας Σοβιετικής Ένωσης.9 Υπήρξαν και άλλα αξιόλογα στελέχη σαν αυτόν που έγραφαν στο περιοδικό "Κάντρο" όπως ο Βεντάτ Νεντίμ Τερ (Tor),ο Μπουρχάν Ασάφ (Μπελγκέ) (ο πατέρας του σημερινού Μουράτ Μπελγκέ), ο οικονομολόγος Γιακούπ Καντρί Μπέη (Καραοσμανογλού)κ.α.
Η έκδοση αυτού του περιοδικού ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του 30 με μία διάλεξη του Σεβκέτ Σουρεγιά Αϊντεμίρ. Ο Σεβκέτ στην ομιλία του τόνισε, ότι "η επανάσταση μπορεί να έχει επιτυχία όταν βρίσκονται όλες οι δυνάμεις και τα μέσα κάτω από ένα σύστημα με συγκεκριμένους στόχους" Αυτή η κίνηση υποστήριζε σθεναρά τον κρατικισμό. Σε αυτήν την θέση συμφωνούσε ο Κεμάλ. Αλλά στην αρχή και ο Ισμέτ Πασάς που ήταν τον καιρό εκείνο πρωθυπουργός της χώρας. Ο Κεμάλ Πασάς είχε δηλώσει για τον κρατικισμό ότι "δεν είναι αντίγραφο των σοσιαλιστών του 19ου αιώνα. Αυτό το σύστημα γεννήθηκε από τις ανάγκες της Τουρκίας και είναι ένα σύστημα που ανήκει αυτό καθ’ εαυτό στην Τουρκία. Και το νόημα του είναι ότι θεωρεί και λαμβάνει υπόψη του ως βασική αρχή την ιδιωτική πρωτοβουλία, αλλά αυτά που δεν μπορούν να εξασφαλιστούν για ένα μεγάλο έθνος και για μια μεγάλη χώρα, ένα - ένα τα εξασφαλίζει η οικονομική κρατική πολιτική". Η επίσημη ερμηνεία του κρατικισμού είναι ότι "αποτελεί μια ιδιάζουσα μορφή της νέας τουρκικής περιόδου και είτε ακολουθεί μια φιλελεύθερη οικονομική πολιτική, είτε μια κρατική παρεμβατική, στηρίζεται στη αστική κυριαρχία, ενώ ο σοσιαλισμός στην εργατική τάξη. Το τουρκικό σύστημα δεν στηρίζεται στην κυριαρχία κάποιας τάξης αλλά στην εθνική κυριαρχία". Η ομάδα "Κάντρο" προχώρησε πολύ περισσότερο από την ηγεσία του κυβερνώντος κόμματος, πιο συγκεκριμένα υποστήριξε τον κρατικό σχεδιασμό σε όλους τους τομείς της οικονομίας. Προφανώς πίστευαν και θεωρούσαν τον κρατισμό βιώσιμη εναλλακτική λύση σε σχέση με άλλα οικονομικά συστήματα. Για αυτούς το σύστημα αυτό θεωρούνταν ο νέος "τρίτος δρόμος". Τότε στο εσωτερικό της χώρας αναδείχτηκαν δυο μεγάλα ηγετικά στελέχη ο πρωθυπουργός Ισμέτ Ινονού και ο Τζελάλ Μπαγιάρ ο πρόεδρος της Τράπεζας Εργασίας. Τα συγκεκριμένα πρόσωπα εκφράζανε πλέον τα δυο διαφορετικά ιδεολογικό οικονομικό πολιτικά ρεύματα στην Τουρκία. Η εκδοτική ομάδα Κάντρο πολλές φορές έπαιρνε ριζοσπαστικές θέσεις έναντι της κυβέρνησης του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHF)για αυτό και οι κυβερνητικοί κύκλοι θεωρούσαν την ομάδα επικίνδυνη και όχι απαραίτητη. Καμιά φορά την αντιμετώπιζαν εχθρικά εφόσον οι απόψεις τους ήταν πιο προχωρημένες από το κόμμα που κυβερνούσε. Κατά την εκδοτική ομάδα "Κάντρο" η επανάσταση στην Τουρκία δεν ήταν ταξική. Υποστηρίχτηκε η θέση από αυτούς ότι δεν υπήρξε στην οικουμένη τέτοιου είδος επανάσταση όπως στην Τουρκία. Ήθελαν να πιστεύουν ότι δεν ήταν το ίδιο όπως οι κλασσικές επαναστάσεις που ήταν ταξικές αστική ή εργατική επανάσταση. Με αυτήν την έννοια η ομάδα των κεμαλικών του περιοδικού Κάντρο δεν αποδεχόντουσαν το ταξικό περιεχόμενο της επανάστασης στην Τουρκία. Για αυτό τον λόγω θεωρούσαν ότι η επανάσταση είχε καθαρό "εθνικό" χαρακτήρα. Επίσης είχαν την γνώμη ότι δεν υπάρχουν οξυμμένες ταξικές αντιθέσεις εντός της Τουρκίας. Και για αυτό ακολούθησαν πιστά το μοντέλο ανάπτυξης του κρατικισμού. Επίσης υποστήριζαν στην αρθογραφία τους ότι "το οικονομικό σύστημα στην Τουρκία βασίζεται στην εθνική κυριαρχία και όχι σε τάξη. Ο αντί-ιμπεριαλιστικός αγώνας της Τουρκίας είναι προϊόν της αντίθεσης αναμεταξύ των αναπτυσσόμενων χωρών και των αναπτυγμένων οικονομικά. Έτσι η Τουρκία είναι η πρώτη στην σειρά του απελευθερωτικού και του αντι-ιμπεριαλιστικού αγώνα που πρωτοστάτησε"
Οι θέσεις του Σεβκέτ Σουρεγια Αϊντεμίρ όσον αφορά τα Εθνικά απελευθερωτικά κινήματα τα διαχωρίζει ο ίδιος σε τέσσερις ενότητες και υποστηρίζει ότι "α) την εκβιομηχάνιση των αναπτυσσόμενων χωρών, β)δεν πρέπει να επωφελείται μόνον μια τάξη από την εκβιομηχάνιση της χώρας, γ) τα παλιά κέρδη των ιμπεριαλιστών πρέπει να συγκεντρώνονται όλα στο κράτος, δ) την σύντομη εξάλειψη της πάλης των τάξεων και την αντικατάσταση της με μια εθνική ανεξάρτητη χωρίς αντιθέσεις κοινωνία". Δεν επιδιώκουν με κανένα τρόπο τον συμβιβασμό των κοινωνικών τάξεων. Αλλά πιστεύουν παράλληλα την εξάλειψη των αντιθέσεων που θα ήταν εφικτό με τον κρατικισμό ήταν για αυτούς πανάκια. Εν περίληψη η ομάδα Κάντρο αυτές τις θέσεις υποστήριζε κατά την περίοδο του μονοκομματικού καθεστώτος. Αυτές οι θέσεις απασχόλησαν πολλά χρόνια την Τουρκική Αριστερά. Με αυτές τις πολιτικές θέσεις διεκδικούσε την πολιτική αντιπροσώπευση της η Κεμαλική Αριστερά μέσα στην κοινωνία. Τα στελέχη του Ρεπουμλικανικού Λαϊκού Κόμματος ήταν τότε βαθιά επηρεασμένα από την πολιτική στην Ιταλία σχετικά με το φασιστικό καθεστώς του Μουσολίνι. Είναι απτό παράδειγμα η αντιγραφή και η μεταφορά των δυο φασιστικών άρθρων 141-142 του Ποινικού Κώδικα από την Ιταλία. Και η ομάδα "Κάντρο" κυρίως ο Σεβκέτ Σουρεγιά Αϊντεμίρ δέχτηκε την επιρροή από την Οκτωβριανή επανάσταση. Αυτό που έβλεπαν ήταν ένα ειδικό μοντέλο για την Τουρκία που θα είχε πρώτα από όλα κοσμικό χαρακτήρα και στην συνέχεια θα ήταν τα άλλα όλα υπό συζήτηση μέσω του περιοδικού "Κάντρο" με σκοπό την διαμόρφωση και προσαρμογή νέων πολιτικών επιλογών. Μέσα στα 1934 ανεστάλη η κυκλοφορία του περιοδικού "Κάντρο" επ’ αόριστων για πολλούς λόγους αλλά ένας από αυτούς ήταν ότι ο εκδότης Γιακούπ Καντρί Καραοσμάνογλου διορίστηκε σε πρεσβεία και λόγω του ότι όλοι τους ήταν δημόσιοι υπάλληλοι και ο υπεύθυνος σύμφωνα με τον νόμο διορίστηκε στο διπλωματικό σώμα και ήταν δύσκολο βάσει του νόμου να συνεχιστεί η έκδοση του περιοδικού από τον ίδιο.





1 Yerasimos Stefanos, Azgelismislik Surecinde Turkiye, Gozlem yayinlari 1980
2 Tunaya Zafer Tarik, Turkiye de Siyasal Partiler, c.II, Hurriyet Vakfi yayin
Tuncay Mete, Turkiye de Sol Akimlar
3 Tunaya, ibid.. s.408, Νότης Βασίλης, Εκβιομηχάνηση και Οικονομική ανάπτυξη στην Τουρκία.
4 Rasih Nuri Ileri, Ataturk ve Komunizm, Sarmal yayinevi 1994
5 Hasan Izzettin Dinamo, Kutsal Baris, cilt 4, Tekin Yayinevi, Mahmut Gologlu, Devrimler ve Tepkileri, Ankara 1972
6 Yalcin Kucuk, Turkiye Uzerine Tezler ciltI Tekin yayin, Bernard Lewis, Η ανάδυση της
σύγχρονης Τουρκίας, Εκδ. Παπαζήση
7 Yalcin Kucuk, ibid, από Samet Agaoglu, Demokrat Parti nin Dogus ve Yukselis Sebepleri, Ist. 1972
8 Ihsan Nuri Pasa, Agrı İsyanı, Med yayınları 1992
9 Sevket Sureyya Aydemir, Suyu Arayan Adam, (Αυτοβιογραφία), του ίδιου βιογραφίες, Ενβέρ Πασά ,τομ 3, Ο Μοναδικός Άνθρωπος, τομ.3
10 Gologlu Mahmut, Tek Partili Cumhuriyet, Ankara 1974
11 Gologlu Mahmut, ibid s.45, Σαρρής Νεοκλής, Εξωτερική Πολιτική στην Πρώτη Τουρκική Δημοκρατία, 1923-1950, Εκδ. Γόρδιος. 1992
12 Zurcher J. Erik, Σύγχρονη ιστορία της Τουρκίας, Εκδ. Αλεξάνδρεια, 2004
13 Boratav Korkut, Turkiye de Devletcilik, Savas yayinlari, Ankara 1982, Sevket Sureyya Aydemir,
Inkilap ve Kadro, Remzi Kitabevi,
14 Boratav Korkut ibid.153, Kadro sayi 17 Sevket Sureyya Aydemir
15 Boratav Korkut, ibid 154, Kadro sayi, 17 Ismail Husrev, vs.

Ετικέτες